Μια κόρη λε… μια κόρη,

λεύκαινε πανί,

Μια κόρη λεύκαινε πανί.

Μια κόρη λεύκαινε πανί

Στον κάνταλο της βρύσης…

           (Κάνταλο ονόμαζαν την κορύτα της βρύσης).

   Έτσι αρχίζει το τραγούδι που τραγουδούσαν στο χωριό μας, εκείνα τα χρόνια (δυστυχώς δεν το θυμάμαι όλο), για να τονίσουν την αξία της προίκας, αλλά και πόσο προκομμένη ήταν η νύφη που λεύκαινε το «πανί» (το υφαντό ύφασμα του αργαλειού).

.

Ένα από τα πλέον σοβαρά προβλήματα των οικογενειών του χωριού μας (και όχι μόνο) τον περασμένο αιώνα, ήταν η παντρειά των κοριτσιών. Αυτό σήμαινε πως το κορίτσι (η τσιούπα)  για να παντρευτεί έπρεπε οι γονείς του και τα μεγάλα αγόρια της οικογένειας, να του ετοιμάσουν την προίκα. Ο πατέρας και τα αγόρια δούλευαν για να συγκεντρώσουν κάποια χρήματα και οι γυναίκες (γιαγιάδες μανάδες, κορίτσια)  ύφαιναν στον αργαλειό (λάκκο) για να  φτιάξουν τα απαραίτητα για το νέο νοικοκυριό ρούχα, αλλά και για ρούχα που χρειαζόταν η οικογένεια.

.

Στο σημερινό μου άρθρο θα ασχοληθώ με τη διαδικασία  που οι γυναίκες  του χωριού μας ακολουθούσαν να λευκάνουν το πανί του αργαλειού, ώστε τα ρούχα που θα φτιάξουν στη συνέχεια (σεντόνια και διάφορα ρούχα ενδυμασίας, ανδρικά και γυναικεία) να  είναι πιο ωραία.  Το πανί που έβγαινε από τον αργαλειό  ήταν χρώματος εκρού,  όπως ήταν το  χρώμα του νήματος,  το οποίο αγόραζαν σε πακέτα, συνήθως 5-6 κιλών.     

Η όλη διαδικασία της λεύκανσης ήταν ιδιαίτερα  κουραστική δουλειά, αλλά ενδιαφέρουσα  και με κοινωνικές προεκτάσεις,  αφού έγινε και τραγούδι…

  

   Η διαδικασία, λοιπόν, γινόταν κάπως έτσι.

Από την ύφανση του νήματος προέκυπτε το πανί,  που είχε φάρδος  περίπου  60 εκατοστά,  ενώ το μήκος του έφτανε συνήθως τα τριάντα μέτρα,  μπορεί όμως να ξεπερνούσε και τα πενήντα. 

   Το υφασμένο αυτό εκρού πανί,  το  έκοβαν οι γυναίκες σε κομμάτια, ανάλογα με το που σκόπευαν να το χρησιμοποιήσουν και το τύλιγαν σε "τόπια".   Στη συνέχεια άρχιζε η διαδικασία της λεύκανσης.

Υφαντό πανί
Έτσι περίπου ήταν το υφασμένο πανί.

 

Έπαιρναν ένα μεγάλο λεβέτι,  έβαζαν μέσα τα κομμάτια του πανιού  και  έριχναν νερό, ώστε να υπάρχει πλήρης κάλυψη.  Μετά έριχναν κοπριά προβάτων, που εύκολα την έβρισκαν στο χωριό αφού όλοι σχεδόν πρόβατα, σε ποσότητα ανάλογα με τα κομμάτια  που έριχναν στο λεβέτι και πόσο λευκά ήθελαν να τα κάνουν. Ανακάτευαν με υπομονή και επιμονή την κοπριά με τα πανιά ώστε να γίνει πλήρης και ισομερής εμποτισμός.   

Τα «μουσκεμένα» αυτά υφαντά τα άφηναν μέσα στο λεβέτι μερικές ημέρες, ώστε η κοπριά να εισχωρήσει σε όλο το πάχος τους.  Κατά διαστήματα τα ανακάτευαν.

 Στη συνέχεια τα έβγαζαν από το λεβέτι και αφού στράγγιζαν κάπως τα πήγαιναν στη βρύση που έτρεχε πολύ νερό (τρανή-βρύση κλπ) ή στο γνωστό μας ρέμα «γκερμάζι» (στο κάτω άκρο του χωριού) και το κοπανούσαν, πάνω σε μια μεγάλη πέτρα με τον κόπανο, πάρα πολλές φορές, μέχρι να καθαρίσουν τελείως  από την κοπριά. Όσο πιο πολλές φορές το κοπανούσαν τόσο πιο πολύ άσπρα  γίνονταν τα υφαντά κομμάτια. Αυτό διαρκούσε κάποιες ώρες.  Στη συνέχεια τα άπλωναν να στεγνώσουν και πλέον ήσαν έτοιμα να γίνουν σεντόνια και άλλα ρούχα της οικογένειας.

Αν κάποια πανιά τα προόριζαν για ανδρικά πουκάμισα ή γυναικείες μπόλκες  (σήμερα θα τις λέγαμε μπλούζες ή πουκαμίσες),  η φουστάνια (φορέματα),  έριχναν υφάδι με τη σαΐτα  σε διάφορα χρώματα, συνήθως κόκκινο ή μπλε, ώστε να πάρουν την απόχρωση που ήθελαν.  Επίσης,  αν με κάποια κομμάτια ήθελαν να κάνουν μπορντούρα για τα σεντόνια, τραπεζομάντηλα ή τα μαξιλάρια χρησιμοποιούσαν λευκό υφάδι, που το αγόραζαν χωριστά και ήταν όμως πανάκριβο.         

Επειδή η όλη αυτή διαδικασία ήταν πολύ κουραστική, συνήθως  πήγαιναν 2-3  γυναίκες μαζί, ώστε να βοηθάει η μία την άλλη,  κυρίως στο «κοπάνιμα» των πανιών. Ιδιαίτερα δε,   αν η κοπέλα ήταν αρραβωνιασμένη και πλησίαζε η ημερομηνία του γάμου, πράγμα που πίεζε τις καταστάσεις,  έπρεπε να ήσαν όλα έτοιμα, στην ώρα τους.   Σε αντίθετη περίπτωση, και αν  ο γαμπρός ήταν λιγάκι «ζόρικος»,  μπορούσε να αναβληθεί ο γάμος…

.

   Το μικρό αυτό άρθρο, το αφιερώνω στην μνήμη της  γραμματέας του Συνδέσμου μας Ελένης Κ. Μπόρα, που τόσο πρόωρα έφυγε από τη ζωή, και εκτός των άλλων δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει και το συλλογικό της έργο, για το οποίο πολύ πάσχιζε. 

Ας είναι αιωνία  η μνήμη της, που πιστεύω πως δεν θα εκφραστεί μόνο με λόγια.   

Στον σύζυγό της Παναγιώτη, στο γιο της Χρήστο, στη μάνα της Γεωργία (ξαδέρφη μου, από το σόι της μάνας μου), την αδερφή της Χριστίνα και λοιπούς συγγενείς, εκφράζω  τα θερμά μου συλλυπητήρια.

 

                                                                                                         Δεκέμβριος 2022 

                                                                                                       Γιώργος Δ. Βέργος

ΣΕΡΩΒΙΩΤΙΣΕΣ ΥΦΑΝΤΡΕΣ

(ΧΙΜ)