Χ. Αθ. Μαραγκού, υποστρατήγου ε.α.

KleftisDimos

 

Οι Κλέφτες

Μετά την αποτυχία της επαναστάσεως, που με την βοήθεια των αδελφών Ορλώφ και της Αικατερίνης της Ρωσσίας, εξερράγη στην Πελοπόννησο,  οι κλέφτες  άρχισαν  να δημιουργούν προβλήματα στους Οθωμανούς.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να γίνονται υπολογίσιμοι από τις ξένες δυνάμεις  αλλά και από τους Έλληνες, που απέβλεπαν στην αποτίναξη της τουρκικής κυριαρχίας.

Οι τελευταίοι είδαν στους κλέφτες τους ηρωικούς εκδικητές του Ελληνισμού και έδωσαν διαφορετικό  νόημα στη λέξη κλέφτης. Κλέφτες είναι   εκείνοι, οι οποίοι δεν υποφέρουν  την τυραννία των Οθωμανών, και φεύγουν στα δάση, στα όρη και στις σπηλιές για να διαφυλάξουν την ελευθερία τους.  .

Οι κλέφτες βοήθησαν πολύ στις διάφορες εξεγέρσεις που πραγματοποιήθηκαν μέχρι να καταλήξουν στην επανάσταση. Συνεπώς, η μεγάλη συμβολή τους στις εξεγέρσεις οδήγησε σε ένα μεγάλο ποσοστό στην καθοριστική έναρξη της επανάστασης του 1821.

Η εμφάνιση των κλεφτών έδωσε θάρρος, ελπίδα για τη λευτεριά στο σκλαβωμένο γένος.

Σ αυτές τις ένοπλες ομάδες βασίστηκαν αργότερα οι φιλικοί για την επιτυχία της επανάστασης.

                                                   

                                            Ο Χώρος, η ευρύτερη πιεροχή του Σέρβου

Οι Σπηλιές: Οι  μεγάλες κλίσεις των αντερεισμάτων   στις απολήξεις  τους προς την Γκούρα αλλά και στους εκατέρωθεν  χείμαρρους δημιουργούν  μεγάλες χαραδρώσεις με απότομες πλαγιές με κατακόρυφους  βράχους, με κοιλώματα και εξάρσεις, στα περισσότερα σημεία τελείως αδιάβατες.  Στις πλαγιές αυτές στ’ ασβεστολιθικά πετρώματα έχουν σχηματισθεί διάφορες σπηλιές που χρησιμοποιήθηκαν από τους κατοίκους σαν καταφύγια σε καταστάσεις ανάγκης

κ-Αρτοζήνος και ΑνεμιστόςΉσαν  οι   ιδανικοί χώροι παραμονής σε δύσκολους καιρούς, χώροι για να μάθουν τα σκλαβόπουλα, κρυφά,  τα πρώτα γράμματα, να ασκηθούν στο σημάδι, να ρίξουν το πρώτο βόλι, να πάρουν το βάφτισμα του πυρός.

Νότια του φαραγγιού σε μικρή απόσταση στη δυτική πλαγιά του Χαλασμένου Βουνού βρίσκονται τα Πέντ’ Αλώνια. (Στη φωτογραφία και σε θέα ανατολικά από το χωριό Σέρβου, φαίνεται το βουνό Αρτοζήνος αριστερά και στο βάθος από το εκκλησάκι και δεξιά το Χαλασμένο βουνό).

Τα Πέντε Αλώνια 

Ο αείμνηστος Τ.  Γριτσόπουλος   ταύτισε τα «Πέντε Αλώνια», στον μεταξύ του Ανεμιστού και Αράχωβας χώρο και συγκεκριμένα στις βόρειες πλαγιές του βουνού Στουρνάρι, μέχρι το Διάσελο και το Κακόρρεμα 1.  Η περιοχή  πληροί  όλες τις προϋποθέσεις για κλέφτικο λημέρι, με ευρεία παρατήρηση, χώρους απόκρυψης, δρομολόγια προσέγγισης - διαφυγής και με πολλές πηγές ποσίμου νερού.

Οι σπηλιές του Σέρβου στο φαράγγι της Γκούρας, καλύπτουν τις ανάγκες παραμονής και αναπαύσεως.

Το δρομολόγιο Ηραία – Βυτίνα διαπερνά την περιοχή από τον Σκουλαρά μέχρι την ορεινή διάβαση Αρτοζήνου, ενώ πολλά εγκάρσια συνδέουν τα χωριά και τα αγροκτήματα.

Η περιοχή περικλείεται από το Παλαιόκαστρο, το Βουνό, τον Αρτοζήνο, το Χαλασμένο Βουνό, το Στουρνάρι, τον  Προφήτη Ηλία, την  Καστανιά, τον   Σκουλαρά, τον   Άγιο  Αθανάσιο, το Μακρύ Πλάϊ, την Φραντζινέτα.

Η θέα του διευκολύνει για τον εύκολο εντοπισμό του, τουλάχιστον από το μεγαλύτερο μέρος της Πελοποννήσου, από την Ζάκυνθο, την Κεφαλλονιά ακόμη και από τα Ακαρνανικά βουνά.

Έτσι οι  σπηλιές με τα Πέντε Αλώνια αποτελούσαν ένα ιδανικό χώρο παρατήρησης και απόκρυψης ένα ασφαλή χώρο παραμονής των κλεφτών και των καπεταναίων στους χρόνους της σκλαβιάς.

.

Τα Πέντ’ Αλώνια ως χώρος συγκέντρωσης Κλεφτών, (Δήμος, Θανασάς, Λιάκος, Γιαννιάς, Κολοκοτρώνης ).

Κατά την παράδοση, ο κλέφτης Δήμος 2 από τους  Αράπηδες, είχε  εγκαταστήσει κατά τους πικρούς χρόνους της δουλείας το  λημέρι  του κοντά στον Αρτοζήνο, δυτικά  του Χαλασμένου Βουνού  και βόρεια από το  Διάσελο της Αράχωβας  3. .

« Εις την περί τα πέντ αλώνια διαλαμβανομένην έκτασιν  ελημέριαζε ο κλέφτης Δήμος, αλλ ευρύτερον το σημειον τούτο της Λιοδώρας, περί την Αράχωβαν και την  Παλούμπαν  μάλιστα, φαίνεται ότι ήτο κέντρον αρματωλικών συγκεντρ’ωσεων  και δή  το ορμητήριον του Ραφταίου κλέφτου Θανασά αφ ενός και των γνωστών τρομερών κλεφτών  Λιάκου Παλουμπιώτη  και Γιαννιά αφ ετέρου, περί της ηρωικής δράσεως των οποίων ζωηράν εισέτι διατηρεί την ανάμνησιν ο Γορτυνιακός λαός », περιγράφει ο μεγάλος ιστορικός Τ. Γριτσόπουλος.

Αποτελεί και τον χώρο απόκρυψης του Κολοκοτρώνη. Μετά την εξόντωση των Αλβανών οι Τούρκοι άρχισαν τον διωγμό των Κλεφτών. Με φιρμάνι εκκαλείτο όλος ο λαός, Τούρκοι και Έλληνες να συνδράμουν την εξουσία με όλους τους τρόπους, σύσσωμοι, ολόψυχα, στον γρήγορο και παντελή εξοντωμό των Κλεφταρματολών.

« Ο Κολοκοτρώνης  επήγε μεταμφιεσμένος εις του Παλούμπα εις τους Κολιαίους - Πλαπουταίους, όπου ήτον συγγενείς του, και με απόφαση του Δεληγιάννη τον  έβαλαν εις μίαν τρύπαν και τον τροφοδοτούσε ο Παρασκευάς μόνος του επί 40 ημέρας, χωρίς άλλος εκ της φαμίλιας του να το ηξέρη..».4.

ν-Μνημείο Δήμου

Μνημείο Δήμου στον συνοικισμό Αράπηδες του χωριού Σέρβου,

που έφτιαξε ο Σύνδεσμος Σερβαίων.

Οι σπηλιές της περιοχής Σέρβου πληρούσαν αυτές τις προϋποθέσεις και επί πλέον υπήρχαν στο χωριό έμπιστοι συνεργάτες τόσο των Πλαπουταίων όσο και των Δεληγιανναίων, οι οποίοι, ήσαν ικανοί να προφυλάξουν τον Κολοκοτρώνη, αλλά και να τον φυγαδεύσουν με ασφάλεια σε περίπτωση κινδύνου. Οι σπηλιές αυτές πρέπει να φιλοξένησαν τον Κολοκοτρώνη το δίμηνο, Ιανουαρίου - Φεβρουαρίου 1806 και συγκεκριμένα εκείνες που βρίσκονται βορειοδυτικά από τα Πέντε Αλώνια,  προς τους πρόποδες της Μπρίνιας, στη Δρυμήνα,  οι οποίες σύμφωνα με την παράδοση λέγονται και Σπηλιές του Κολοκοτρώνη.

Πάλι με χρόνια με καιρούς , πάλι δικά μας θάναι

Τα Πέτντ’ Αλώνια έγιναν γνωστά στα Ορλωφικά.

Από  τα  αποκαϊδια του Αρτοζήνου, από τα Πέντ’ Αλώνια, παρακολουθεί ο Δήμος κλαίγοντας την καταστροφή του χωριού του το κάψιμο του σπιτιού του.

Η δημοτική μούσα  δια του κλέφτη Δήμου   θρήνησε την καταστροφή, τον μαρασμό της φύσης, την σφαγή, την φωτιά τον όλεθρο:

« Μαράθηκαν τα δέντρα κι ούλα τα κλαριά,
μαράθηκε κι o Δήμος από τα κλάηματα
Βγαίνει στα Πέντ' Αλώνια, κι αγνάντιο στο χωριό,
βλέπει φωτιές να καίνε να καίν' τα σπίτια του ».

Στη συνέχεια  του τραγουδιού  η  παρέμβαση της μάνας φανερώνει  την  παρηγοριά,  είναι η υπομονή, το κουράγιο. Είναι η φωνή του απελπισμένου λαού που περιμένει την λευτεριά του. Ελπίζει. Πάλι με χρόνια με καιρούς . . . .

Κι η μάνα του, του λέει και τον παρηγορεί:
Σώπα λεβέντη Δήμο και μην πικραίνεσαι,
εγώ σου παίρνω σπίτια, σου παίρνω πρόβατα ».

Ο αείμνηστος Τ. Γριτσόπουλος περιγράφει  5:

« . .Εκ των στίχων του άσματος τούτου διαφαίνεται, η ύπαρξις και κατάταξις του μνημονευομένου τοπωνυμίου  πέντ’  αλώνια, ως θέσεως γνωστής εις την συνείδηση του λαού, όστις και ψυχικώς μετείχε  των ιστορικών γεγονότων που απηθανάτιζεν η λαική μούσα, κατά τον χρόνο γενέσεως του άσματος, και μέχρι σήμερον άδων το άσμα τούτο αμείωτον διατηρεί την συγκινησίν του, διότι με την δια των στίχων του άσματος  υπόμνησιν  των γνωστών τοπωνυμιών αναζωπυρούνται αι αναμνήσεις  των εθνικών περιπετειών, δια την ανάκτησιν της πολυποθήτου ελευθερίας.  . ».

Όταν ο Κολοκοτρώνης αργότερα στους διωγμούς των κλεφτών αποφάσισε να χωριστούν οι κλέφτες σε μικρότερες ομάδες, να γίνουνε μπουλούκια για να αποφύγουν τον εύκολο εντοπισμό τους από τους Τούρκους, τραγούδια κλέφτικα αναφέρουν τα Πέντ’ Αλώνια σαν τόπο προορισμού επιβεβαιώνοντας την ύπαρξη της τοποθεσίας και την σχέση του, την σχέση των κλεφτών μ’ αυτή  6:

« Εγώ πάου στην Καρύταινα πάου στα Πέντ’ Αλώνια

Ν’ αφήκω την διαθήκη μου και τις παραγγελιές μου

Τι θα περάσω θάλασσα στη Ζάκυνθο θα πάω . . .».

Μάλιστα η απουσία η απόκρυψη των κολοκοτρωναίων, εδημιούργησε απορίες και ανησυχίες στον λαό που έψαξε να τους βρεί στα γυρίσματά τους, πού ήταν α Πέντε Αλώνια όπως αποκαλύπτεται από τους παρακάτω στίχους:

« Θέ μου τι να γίνηκαν οι Κολοκοτρωναίοι

μάειτε στη Μάνη φαίνονται, μάειτε στα Πέντ’  Αλώνια

μάειτε στην Αλωνίσταινα, που ήταν το γύρισμά τους . . .».

Εντύπωση προκαλεί ο αποχαιρετισμός του γέρο Κόλια, όταν με μεσολάβηση του Δεληγιάννη τους πήγε κρυφά στην Κυλλήνη για να τους φυγαδεύσει για την Ζάκυνθο.

Στάθηκε στην ακτή λυπημένος, λέγοντας γειά σας με την ευχή μου:

« Πάλαι καλές αντάμωσες πάλαι να ανταμωθούμε,

Εδώ σ’ αυτά τα χώματα, εκεί στα Πέντ’ Αλώνια,

Να ψήσουμε παχιά αρνιά, κριάρια σουβλισμένα . . .» 7.

Έτσι όπως λέγονται τα Πέντ’ Αλωνια ξεφεύγουν από έναν τοπικό προσδιορισμό, ξεφεύγουν από ένα συνηθισμένο τοπωνύμιο, προχωρούν μακρύτερα αγγίζουν το όνειρο.

Αυτός ο προσδιορισμός μυθοποίησε τα Πέντ’ Αλώνια, και έκτοτε πήρε άλλη θέση στη συνείδηση του λαού. Εκφράζει έναν μύχιο πόθο, μια κοινή επιθυμία, τον αγώνα για την λευτεριά του γένους.

Μ’ αυτήν την επιθυμία, μ’ αυτήν την νοσταλγία, παρουσιάζεται αργότερα ο φιλικός Κολοκοτρώνης  από της  Ζάκυνθος το Κάστρο να:

« Βάνει το κυάλι και τηράει και το Μοριά αγναντεύει

βλέπει το πέλαγο πλατύ και τη στεριά μεγάλη

βλέπει την Αλωνίσταινα το δόλιο Λιμποβίσι

βλέπει της Κόρθος τα βουνά βλέπει τα Πέντ’  Αλώνια

και τούρθε σαν παράπονο και κάθεται και κλαίει . . ».

Η θέση και η ονομασία του λημεριού, οι πρωτεργάτες, η γενική κατάσταση, ήταν τα χαρακτηριστικά, η αφορμή ώστε τα τραγούδια αυτά να γίνουν θούρια, να γίνουν θρύλοι, να δώσουν ελπίδα στους σκλάβους της Μπαρμπαριάς και σ’ όλους  τους Έλληνες μετανάστες, πρόσφυγες….

Τα Πέντε Αλώνια, έγινε χώρος ιερός που πάνω κει ορκίστηκαν οι κλέφτες και οι καπεταναίοι  ” ελευθερία η θάνατος’’, η φήμη του απλώθηκε παντού, ξεπέρασε τον Μοριά, διαδόθηκε στα πέρατα του ελληνισμού,  έγινε ύμνος, τραγούδι, μοιρολόγι και έδωσε παρηγοριά και ελπίδα μέχρι νάρθει  η ώρα για τον ξεσηκωμό του γένους, μέχρι να αρχίσει  ο αγώνας για την σωτηρία της Πατρίδας.

Η ονομασία  μας παραπέμπει σε εποχές Ακριτών και Διγενήδων, θυμίζει Αράκλοβο και Δοξαπατρίδες

Οι κλέφτες με τις επαφές τους στην Ζάκυνθο, με τους όρκους τους, τις διασυνδέσεις τους τις σχέσεις τους με τους φιλικούς, παρά τους διωγμούς και τα φιρμάνια, είχαν αποκτήσει την συμπάθεια του λαού. Σ’ αυτούς στηρίχθηκαν και οι Φιλικοί. Γρήγορα αντελήφθησαν την δύναμή τους και αποφάσισαν η επανάσταση να αρχίσει από την Πελοπόννησο.

Από την Πελοπόννησο άρχισε η διεύρυνση της εταιρείας.

Στην Πελοπόννησο άρχισε η προετοιμασία του αγώνα.

Τα κλέφτικα λημέρια έγιναν το κοινό  σημείο αναφοράς.

Στα τραγούδια προσδιορίζεται ακριβώς.

Τα Πέντ’  Αλώνια στη συνείδηση του λαού έγιναν πίστη  ότι ήρθαν τα χρόνια και οι καιροί πάλι δικά μας νάναι. Ήταν η αφετηρία αγώνων για την λευτεριά. Ήταν η εκπλήρωση του τάματος.

Η ονομασία Πέντ’ Αλώνια δεν προσδιορίζει μια περιοχή,  δεν εντοπίζει ένα κλέφτικο λημέρι, αλλά την ελπίδα ενός σκλαβωμένου λαού και πολύ περισσότερο την ιστορία ενός ταπεινωμένου λαού.

Ξεπήδησε από το, ξεκλήρισμα του Αρτοζήνου, τον χαλασμό του Σέρβου, από τα αποκαίδια του Αγιαντρειά, του Αγιο-Κωνσταντίνου, του Αγιο-Θανάση, του Αγιάννη, της Αγια-Παρασκευής, από τις στάχτες του Αγιολιά, του Αγιο-δημήτρη, από τα ερείπια, την Φρίκη, την σφαγή. . κι έγινε αχός, βουή, για να συνεγείρει τον ελληνισμό.  Είναι ένα σύμβολο, είναι ο τρόπος αντιμετώπισης της καταστροφής, είναι η υπομονή, του σκλάβου,  του δούλου στην Μπαρμπαριά, του πρόσφυγα στην Αζοφική, στον Πόντο, στην Αφρική, στην Ασία. Είναι η ελπίδα είναι η δύναμη, είναι η πίστη, η περιφρόνηση προς το θάνατο το αγκάλιασμα της λευτεριάς. Είναι το πάλι δικά μας θάναι…

Στις εκκλησιές, στα μοναστήρια, στα λημέρια, στις σπηλιές ορκίστηκαν οι κλέφτες αγώνες μέχρι θανάτου για την ελευθερία της πατρίδας κι ακολούθησαν κι ΄ άλλοι πολλοί σε πόλεις και σε χωριά εντός και εκτός Ελλάδας και έδωσαν την δύναμη στον παλαιών Πατρών Γερμανό να ανάψη τον δαυλόν της επαναστάσεως ψηλά  στην Άγια Λαύρα.8

*************************************************************

1 Γορτυνιακόν Ημερολόγιον 1948, ΑΡΑΧΩΒΑ Η ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙ ΑΥΤΗ ΔΗΜΩΔΕΣ ΑΣΜΑ ΤΟΥ ΚΛΕΦΤΟΥ ΔΗΜΟΥ. Τάσος Αθ. Γριτσόπουλος

2 Το θρηνώδες τούτο δημοτικόν άσμα έχει περιληφθή εις ικανάς, εκ Πελοποννήσου ιδία συλλογάς και ακούεται μέχρι σήμερον ευρύτατα εις τον Μορέαν, ως τραγούδι και μοιρολόγι. Εις το στόμα του Γορτυνιακού λαού υπάρχει ζώσα παράδοσις περί υπάρξεως κλέφτου Δήμου, εκ του τ. δήμου Βουφαγίων καταγομένου, δι ο και ουχί αδικαιολογήτως χαρακτηρίζεται το άσμα ως Αρκαδικόν.

3 Μέχρι σήμερον η θέσις αύτη εκτάσεως περίπου 100 στρεμμάτων αγρίας γης με τμήματα καλλιεργούμενα, φέρει τα εξής μερικότερα ονόματα : στο Μαρτιάκο, στα δύο Δένδρα, στα Στουρνάρια, στα Πέντ’ Αλώνια, μεθ ά ακολουθεί το το Διάσελο εις τα όρια του χωρίου Λυκούρεση και Αράχωβας.

4 Παναγιώτου Παπατσώνη, Απομνημονεύματα, Εισαγωγή - Σημειώσεις υπό Εμμ. Γ. Πρωτοψάλτη, Δ/ντού των ΓΑΚ, εν Αθήναις 1960, εκ του Εθνικού Τυπογραφείου

5 Γορτυνιακον Ημερολόγιον 1948, ΑΡΑΧΩΒΑ Η ΓΟΡΤΥΝΙΑΚΗ ΚΑΙ ΤΟ ΠΕΡΙ ΑΥΤΗ ΔΗΜΩΔΕΣ ΑΣΜΑ ΤΟΥ ΚΛΕΦΤΟΥ ΔΗΜΟΥ. Τάσος Αθ. Γριτσόπουλος

6 Λάμπουν τα χιόνια 'ς τα βουνά κι' ο ήλιος 'ς τα λαγκάδια. . . . . . . . . . . Ελάτε  να σκορπίσουμε, μπουλούκια να γενούμε. Σύρε, Γιώργο μ', 'ς τον τόπο σου, Νικήτα, 'ς το Λοντάρι, εγώ παου 'ς την Καρύταινα, πάου 'ς τους εδικούς μου, ( πάου στου Κόλια ταχωριά, πάου στα Πέντ’ Αλώνια) ν' αφήκω τη διαθήκη μου και τοις παραγγολαίς μου, τι θα περάσω θάλασσα, 'ς τη Ζάκυνθο θα πάω

7 Πλαπούτας , ·Αγησίλαος Α. Τσέλαλης , Τρίπολη 1962, Εκδόσεις "Γιαννίκος Β. - Καλδής Β."

8 Σήμερα τα Πέντ’ Αλώνια, είναι το όνειρο, η δύναμη, η ψυχή για τη λευτεριά που αξιοποίησε η παράδοση. Οι σπηλιές, είναι η ιστορική αναδρομή στους δυσκολότατους χρόνους, στην εποχή των Φράγκων, των Τούρκων, του Ιμπραήμ. Θυμίζουν κλέφτες, θυμίζουν ήρωες, θυμίζουν Κολοκοτρώνη. Δεν χρειάζονται αποδεικτικά στοιχεία του ρόλου και της σπουδαιότητας. Τάγραψαν οι προγονοί μας, είναι γραμμένα στους τοίχους με το κουρασάνι, με το χωρήγι, στις τυφεκήθρες ,και την εν γένει διαμόρφωση του χώρου. Λίγα μέτρα δρόμου μπορεί να καταστήσει κοινωνούς της πατρογονικής μας κληρονομιάς όλους τους ενδιαφερομένους. . . . .