Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα της Μαρίνας Αθ. Μαραγκού-Texnografia
Κοιτάζοντας τον αρχαίο ελληνικό κόσμο, ο οποίος έδωσε την απάντηση στην Ιστορία με τη δική του κοσμοθέαση, θα δούμε ότι ανέπτυξε μία από τις ύψιστες αξίες του, την έννοια του αγώνα για να είσαι ο καλύτερος. Το αιέν αριστεύειν είναι από τις βάσεις που διαμόρφωσαν τα υψηλά ιδεώδη του αρχαίου Έλληνα ανθρώπου, ο οποίος το θέτει ως υψηλό σκοπό της ζωής του και το υπηρετεί ανιδιοτελώς από τον Όμηρο έως τον Μέγα Αλέξανδρο. Φθάνει στην αγωνία, «στην άμιλλα, στον ανταγωνισμό, στον διαγωνισμό για τη νίκη».
Το αγωνιστικό αυτό ιδεώδες καθίσταται φυσικά εμφανές στον πόλεμο, στους αθλητικούς και ποιητικούς αγώνες αλλά επίσης και στις «λειτουργίες».
Οι λειτουργίες ήταν υπηρεσίες οι οποίες εκτελούνταν υπέρ του κοινωνικού συνόλου. Πολύ πλούσιοι πολίτες επιλέγονταν από το κράτος για να πληρώσουν και να τις οργανώσουν. Στην Αθήνα σε ένα κανονικό έτος διεκπεραιώνονταν τουλάχιστον 97 κρατικές λειτουργίες.
Ο θεσμός αυτός αντικατοπτρίζει ένα από τα πλέον σημαντικά χαρακτηριστικά των αρχαίων Ελλήνων, που είναι η δημόσια αναγνώριση και η «απόσπαση από το πλήθος» για να αναδειχθεί, μια ιδιότητα που ο καθένας φιλοδοξούσε για τον εαυτό του. Τέθηκαν σε εφαρμογή τον 5ο π.Χ. αι. και αποτέλεσαν είδος φορολογίας αλλά και δείγμα της αγάπης προς την πατρίδα και απόδειξη της έμπρακτης και ουσιαστικής συμμετοχής στα κοινά.
.
Τα χρηματικά ποσά που απαιτούνταν για την κάθε λειτουργία ήταν υπέρογκα και γι’ αυτόν τον λόγο επιλέγονταν άνδρες με οικονομική ευρωστία για να ανταποκριθούν στα τεράστια έξοδα ή οι ίδιοι διετίθεντο εθελοντικά. Οι άρχοντες, ως έχοντες τον πλούτο, για λόγους γοήτρου, επίδειξης του πατριωτισμού τους και απόκτησης λαϊκού ερείσματος, συνέβαλλαν στη λειτουργία της κοινότητας προσφέροντας στο κράτος χρήματα για την εξυπηρέτηση ποικίλων σκοπών.
Επί παραδείγματι, με την τριηραρχία, τη δαπανηρότερη από όλες τις λειτουργίες, οι οικονομικά ισχυροί αναλάμβαναν ολόκληρη τη διοίκηση ενός κρατικού πλοίου, τα έξοδα συντήρησης και επάνδρωσης, τη στρατολόγηση του πληρώματος και τη διακυβέρνηση του πλοίου. Επιπλέον πλήρωναν τα έξοδα για όλες τις επιδιορθώσεις του πλοίου και τον εξοπλισμό, ενώ ο τριήραρχος ήταν υπεύθυνος επίσης για την αμοιβή του πληρώματος – πολλοί μάλιστα προσέφεραν υψηλότερο μισθό από αυτόν που παρείχε το κράτος, προκειμένου να στρατολογούν τα καλύτερα πληρώματα. Συνεπώς, τα πλούσια άτομα που αναλάμβαναν την τριηραρχία ήταν σε μεγάλο βαθμό υπεύθυνα για την αποτελεσματικότητα του ναυτικού, από το οποίο εξαρτιόταν η δύναμη και η ασφάλεια της Αθήνας.
Το Γυμνάσιο της αρχαίας Ολυμπίας |
.
Με τη χορηγία πάλι κάλυπταν όλες τις δαπάνες για τις παραστάσεις δράματος μαζί με την προετοιμασία του χορού που θα μετείχε στους ποιητικούς αγώνες, ενώ με τη γυμνασιαρχία τα έξοδα διατροφής και εκπαίδευσης αθλητών που επρόκειτο να λάβουν μέρος σε γυμνικούς αγώνες, και με την εστίαση αναλάμβαναν τα έξοδα για την πραγματοποίηση δημοσίων γευμάτων, κ.ά.
Τα χρηματικά ποσά τα οποία απαιτούνταν για μια λειτουργία ήταν τεράστια και οι ανώτατοι κρατικοί λειτουργοί είχαν το καθήκον να επιλέγουν άνδρες αρκετά πλούσιους για να επωμιστούν αυτό το βάρος. Άτομα που είχαν ήδη εκτελέσει τη συγκεκριμένη λειτουργία ή άλλες λειτουργίες κατά τα προηγούμενα δύο χρόνια απαλλάσσονταν. Σε άλλη περίπτωση όμως ήταν αδύνατον να αρνηθεί κανείς μια λειτουργία.
Πελίκη με απεικόνιση της «Ηλέκτρας» (350 π.Χ.). Μουσείο Λούβρου |
.
Οι υπηρεσίες αυτές επέφεραν βάρη, είχαν ωστόσο και μεγάλες ανταμοιβές. Θεωρείτο μεγάλο επίτευγμα για τον πλούσιο Αθηναίο αν εκτελούσε μια λειτουργία επιτυχώς, αφού του απέφερε μεγάλη τιμή, του προσέδιδε αίγλη και φήμη, γεγονός που τον κατηύθυνε να επιδιώκει διακαώς αυτή τη δόξα. Το κράτος τού διατύπωνε τις ευχαριστίες με τιμητικές επιγραφές –διασώζεται πλειάδα επιγραφών του είδους–, από την αθηναϊκή κοινωνία απολάμβανε θαυμασμό και εκτίμηση και ο ίδιος υπερήφανος μπορούσε να χρησιμοποιήσει την καλή εκτέλεση μιας λειτουργίας για να σταδιοδρομήσει πολιτικά.
Οι λειτουργίες ήταν και μια μορφή προστασίας από άλλες ενοχλήσεις διότι έτσι αν ένας πλούσιος κατηγορούμενος εδιώκετο ποινικά, μπορούσε να υπενθυμίσει στο δικαστήριο τα ποσά που είχε δαπανήσει σε λειτουργίες, επικαλούμενος την υπηρεσία προς την κοινότητα ως μέρος της υπεράσπισής του.
Οι πλουσιότεροι ως εκ τούτου πολίτες στην αρχαία Αθήνα έκριναν ως ξεχωριστό καθήκον να βοηθήσουν την πόλη τους συμβάλλοντας σε μια δαπανηρή λειτουργία. Από δε το κοινωνικό σύνολο αντιμετωπίζονταν ως περίοπτα πρόσωπα που τιμούσαν τόσο τον εαυτό τους όσο και τη «φυλή» τους. Μετά το δεύτερο μισό του 4ου π.Χ. αι. οι πλούσιοι προσέφεραν εξίσου διάφορα εθελοντικά δώρα («επιδόσεις») για τα οποία ανταμείβονταν με ωραία τιμητικά θεσπίσματα.
Μαρίνα Μαραγκού
(XIM)