Μπαίνεις σαν τρομαγμένη πεταλούδα,
που σέρνει πίσω της την αντηλιά,
και σου φιλώ τα χέρια τα βελούδα,
και σου φιλώ τα μαύρα σου μαλλιά.
Η μοναξιά μου λιώνει από το πάθος,
κερί με φως που γίνεται θαμπό,
κι η δυστυχία μου κρύβεται σαν λάθος,
μεσ’στα βιβλία που πια δεν τα αγαπώ.
Κλωστή από τα χείλη σου λεπτή με δένει,
κι η μουσική τον λόγο σου αντηχεί,
χαιρετισμός από την οικουμένη,
στην παραπονεμένη μου ψυχή.
Λυγάς καλάμι μεσ’στην αγκαλιά μου,
λυγμοί χαράς σου πνίγουν τη μιλιά,
και το στεφάνι ενός χαμένου γάμου,
μας ξαναστεφανώνει τα μαλλιά.
Παύει η βροχή σταγόνα τη σταγόνα,
θυμάμαι σε άλλον έχεις χαριστεί,
και ξαναπνίγομαι στο χειμώνα
της μοναξιάς μου, που είναι πιο πιστή.
Βάσω Χ. Μπόρα
(χιμ)
Η Βάσω είναι θυγατέρα του Χρήστου Γ. Μπόρα (του “Κάτω” Χρήστου Μπόρα, δίπλα στο σχολείο, και της Ελένης Ρούτουλα). Είναι το 7ο από τα δέκα παιδιά της οικογένειας (Γιώργος, Μήτσος, Παναγής, Φώτης, Νίκος, Μαρία, Βάσω, Κώστας, Γιάννης -στην Αυστραλία- και Αντρέας). Έφυγε 12 χρονών από του Σέρβου για να μπει στη βιοπάλη σε εργοστάσιο υποδημάτων στην Αθήνα, όπου εργάστηκε έως τη σύνταξή της.