Γ. Δ. Βέργος
Τον περασμένο αιώνα, κυρίως πριν το 1950, στο χωριό μας φορούσαν οι άνδρες, με τα καλά τους ρούχα, και τη λεγόμενη «τραχηλιά» (η λέξη έχει σχέση με τον τράχηλο του ανθρώπου=λαιμός).
Πρόκειται για ένα φαρδύ ρούχο, τύπου πουκαμίσας (με ή χωρίς μανίκια), από λευκό συνήθως ύφασμα (χασέ), χωρίς γιακά (τύπου παπαδίστικο, θα λέγαμε σήμερα), που κούμπωνε πίσω με ένα κουμπί στο σβέρκο, όπως στις μέρες μας οι πιο πολλές γυναικείες μπλούζες.
Μπροστά ήταν κεντημένο με επιμέλεια από τη γυναίκα του νοικοκύρη, με λευκές ή χρωματιστές κλωστές και όσο πιο καλά ήταν κεντημένο, τόσο πιο καλή κεντήστρα ήταν η κυρά!
Την τραχηλιά αυτή τη φορούσαν με τα καλά τους ρούχα συνήθως οι πατριώτες που είχαν κάποια οικονομική άνεση, όταν πήγαιναν στην εκκλησία, στην αγορά, ή σε διάφορες γιορτές και εκδηλώσεις. Όμως, και αυτοί που δεν είχαν την οικονομική ευχέρεια, εύρισκαν τρόπους να δείχνουν ότι ντύνονται «καλά», σαν τους άλλους. Έπαιρναν λοιπόν μια πήχη χασέ (64 εκατοστά του μέτρου), έκοβαν το μπροστινό μέρος και έβαζαν παπαδίστικο γιακά, πρόσθεταν και τα λουριά να δένει πίσω και έτοιμη η τραχηλιά (έμοιαζε κάπως με τα "ζιπουνάκια" που φοράνε οι μανάδες στα μωρά). Την κεντούσαν και από πάνω όπως άρμοζε, κι έτσι φορούσε κι αυτός την «πουκαμίσα» του και άλλαζε …«κοινωνική τάξη». Ποιος θα έβλεπε τι φοράει ο άλλος από μέσα…
Τι ήταν τα καλά ρούχα
Την πρώτη θέση είχε το μπουντούρι. Ήταν παντελόνι μέχρι το γόνατο, από χοντρό ύφασμα, υφασμένο στον αργαλειό από μαλλί προβάτου. Με το ίδιο ύφασμα έκαναν και το ράσο (παλτό θα λέγαμε σήμερα, με κουκούλα), που και αυτό ήταν επίσημο ρούχο. Τα ράσα αυτά τα επεξεργάζονταν και στη νεροτριβή , και το χρώμα τους ήταν βαθύ σκούρο-μπλε. Ακόμη, κάποια σακούλια με χοντρή ύφανση, τα λέγανε "ράσινα".
Εκτός από το μπουντούρι και το ράσο, η «καλή ενδυμασία» περιελάμβανε και μάλλινες κάλτσες μέχρι το γόνατο, πλεγμένες στο χέρι (εκείνη την εποχή όλες οι κοπέλες στο χωριό ήξεραν να πλέκουν) και τσαρούχια με μαύρη φούντα. Ακόμη, το ντύσιμο αυτό συμπληρωνόταν με το γιλέκο, που ήταν επίσης κεντημένο με γαζιά και σιρίτια, όχι όμως από τη γυναίκα του αφέντη (έτσι έλεγαν συνήθως τους άντρες τους οι γυναίκες εκείνη την εποχή), αλλά από τον ράφτη, που συνήθως έραβε μπουντούρι, γιλέκο και ράσο.
Αυτά τα ‘καλά ρούχα’ δεν τα φορούσαν μόνο στο δικό μας χωριό. Τα φορούσαν και σε άλλες περιοχές της Ελλάδος, ιδιαίτερα της Αρκαδίας.
Όταν τα καλά αυτά ρούχα πάλιωναν τα φορούσαν οι παλιοί Σερβαίοι και στις εξωτερικές δουλειές, που συνήθως φορούσαν ότι παλιό σκισμένο και μπαλωμένο είχαν.
.
Οι Τερζήδες
Τους ράφτες που έραβαν τα παραπάνω ρούχα, τους ονόμαζαν τερζήδες. Από τον "Τερζή" πήραν το όνομά τους οι "Τερζοβελόνες" που έραβαν τα σακιά.
Ένας τέτοιος Τερζής στο χωριό μας ήταν ο Κανδηλώρος που είχε έρθει από κάποιο χωριό της Ηραίας. Παντρεύτηκε εκεί μια Μποροπούλα (κόρη του «Νούση») και ο πεθερός του έφτιαξε το σπίτι στο κέντρο του χωριού, που αργότερα το αγόρασε ο δάσκαλος Χρήστο-Ντάρας. Πριν τον πόλεμο του 1940, ένας άλλος τερζής από το Σταυροδρόμι (μικρασιατικής καταγωγής), που τον έλεγαν Ηλιόπουλο ερχόταν και στα δικά μας χωριά. Ήταν όμως άτυχος γιατί σε μια μεγάλη κακοκαιρία που έφυγε από το χωριό και πήγαινε στα Λαγκάδια πέθανε πάνω στο βουνό (στη «λεσιά») και την άλλη μέρα τον βρήκαν οι πατριώτες, και τον κήδεψαν στο χωριό μας.
.
Παλιές ενδυμασίες
Πριν τον πόλεμο του 1940, όπως έλεγαν οι παλαιότεροι, σε κάθε γιορτή και εκδήλωση οι οικονομικά δυνατοί του χωριού μας και των γύρω χωριών, φορούσαν φουστανέλα, με το σελάχι ή σιλάχι (όπως ήθελε ο καθένας το έλεγε) στη μέση. Σε αυτό μέσα είχαν τα χρήματά τους, το τσακμάκι με τον πυριόβολο και τον καπνό με το τσιγαρόχαρτο (σπάνια) ή κάποιο χαρτί για να στρίψουν το τσιγάρο τους. Ορισμένοι είχαν και πρέζα (καπνός ψιλοτριμμένος που το έβαζαν στη μύτη τους, για να αισθάνονται ευχάριστα).
Κάτι ανάλογο με την καλή ενδυμασία των ανδρών, γινόταν και με την καλή ενδυμασία των γυναικών. Θυμάμαι ότι τις εθνικές στολές που είχαν οι γιαγιάδες μας από το γάμο τους, τις φορούσαν στις μέρες μας οι μαθήτριες για τις εθνικές γιορτές (25η Μαρτίου και 28η Οκτωβρίου). Αντί για μπλούζα, πάντως, ή πουκάμισο φορούσαν την τραχηλιά.
Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των παλιών πατριωτών, πριν το 1920-1930, όταν παντρεύονταν οι άνδρες του χωριού, φορούσαν φουστανέλα. Οι δε νύφες φορούσαν την εθνική φορεσιά, την ονομαζόμενη σήμερα «στολή Αμαλίας», με φέσι και παπούτσια μποτάκια. Τελευταίος πάντως ενήλικας, που φόρεσε φουστανέλα στο χωριό μας ήταν ο Παναγής Μαραγκός, όταν το 1962 πάντρεψε τον Θάνο Μπόρα (και οι δύο αείμνηστοι) με την Γεωργία Σχίζα.
...
Την παρακάτω φωτογραφία μας την έδωσε ο Θοδωρής Γ. Τρουπής (Γκράβαρης) και είναι από το αρχείο
της ξαδέρφης του Χρυσούλας Ι. Σχίζα-Φλουράκη.
Κάποια από τα πρόσωπα της φωτογραφίας έχουν αναγνωριστεί.
Ο νεαρός πάνω αριστερά είναι ο Νίκος Γ. Τρουπής, γιός του πρώτου προέδρου του Συνδέσμου.
Δίπλα του και πίσω (στο αριστερό του χέρι που φαίνεται όλο το κεφάλι) είναι ο Γιάννης Λιατσόπουλος (Ζευκιλής).
Στο κέντρο της φωτογραφίας (πίσω) είναι ο Δημήτριος Τρουπής (εφοπλιστής), ο γενειοφόρος με την τραχηλιά και το μπουντούρι είναι ο Νικολάκης Δημόπουλος (πατέρας του Σιώκου και προπάππος του σημερινού καθηγητή Ιατρικής Γ. Θ. Δημόπουλου).
Τελευταίος δεξιά είναι ο Ηλίας Παρασκευόπουλος (Σαμαρολιάς).
Το πρώτο σπίτι που φαίνεται πιθανότατα είναι του Παππαναστάση και το δεύτερο του Κωνσταντή Σχίζα (αν κάποιος πατριώτης αναγνωρίζει κάτι περισσότερο από τα πρόσωπα και τα σπίτια, εύκολο είναι να κάνουμε διορθώσεις).
Στην εξαιρετική αυτή φωτογραφία του 1932,
μπορεί κανείς εύκολα να διακρίνει όλα τα είδη ενδυμασίας των πατριωτών.
Από τη φουστανέλα, το μπουντούρι, την τραχηλιά,
μέχρι το σημερινό σύχρονο κουστούμι με γραβάτα κλπ.
Αισθητή η απουσία γυναικών!
|
Με αυτή την ευκαιρία διαβάσαμε στη Βικιπαίδεια τα παρακάτω σχετικά με τις εκλογές του 1932.
"...Οι εκλογές της 25 Σεπτεμβρίου 1932, έγιναν από την κυβέρνηση Ε. Βενιζέλου, με το σύστημα απλής αναλογικής.
Κανένα κόμμα δεν κέρδισε αυτοδυναμία και το αποτέλεσμα ήταν τέτοιο (δέκα κόμματα στη βουλή),
ώστε η συνεργασία των κομμάτων ήταν πολύ δύσκολη για τη δημιουργία Κυβέρνησης.
Τελικά σχηματίστηκε κυβέρνηση Π. Τσαλδάρη για 2,5 μήνες και στη συνέχεια κυβέρνηση Ε. Βενιζέλου για 1,5 μήνα, που οδήγησε τη χώρα ξανά σε εκλογές, τον Μάρτιο του 1933.".
|
.
(ΧΙΜ)