Γ. Δ. Βέργος, X. I. Mαραγκός

Σύμφωνα με τη Βικιπαίδεια «…Ο νερουλάς ή νεροκόπος ήταν πλανόδιος πωλητής νερού και αναλάμβανε την τροφοδότηση των σπιτιών, σε πόλεις ή χωριά, που δεν είχαν δική τους προμήθεια…».   Νερουλάς στο Μαρούσι ήταν και ο Ολυμπιονίκης Σπύρος Λούης με τον πατέρα του.

Στο δικό μας χωριό (όπως και σε όλα σχεδόν τα χωριά της χώρας), που δεν υπήρχε παλιότερα κεντρική ύδρευση, το νερό το κουβαλούσαν συνήθως οι γυναίκες με τα βαρέλια στον ώμο ή «ζαλιά». Συνεπώς …δεν είχαμε ανάγκη από νερουλάδες. Χρειαζόμαστε όμως κάποιους που θα αναλάμβαναν να ρυθμίζουν το νερό των μεγάλων πηγών του χωριού, για το πότισμα των περιβολιών, τη θερινή περίοδο. Αυτούς εμείς τους λέγαμε νερουλάδες η νερολόγους.

ΒρύσεςΤρνηβρ
ΒρύσεςΒεργ
 Πάνω η Τρανηβρύση με τις 3 κορύτες.
Κάτω ή Βεργαίικη βρύση. 
 

Από το 1950 μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960, που οι περισσότεροι πατριώτες μετανάστευσαν για τις πόλεις, θυμόμαστε αυτούς τους νερουλάδες.

Ας σημειωθεί πως η ρύθμιση των ωρών ποτίσματος αφορούσε μόνο τους πατριώτες εκείνους που είχαν περιβόλια που μπορούσαν να ποτιστούν από τα νερά της γνωστής μας Τρανη-βρύσης και της πηγής του "Δήμου", που  είναι  κάτω από το ξωκκλήσι του Αγιάννη (πάβω από εκατό μέτρα), το οποίο  βρίσκεται  λίγο πριν την Τρανηβρύση. 

Για τα υπόλοιπα περιβόλια του χωριού και τις μικρότερες πηγές, η ρύθμιση γινόταν μεταξύ των ιδιοκτητών των κήπων. Πάντως, και μετά το 1966 συνεχίστηκε η διανομή των νερών αυτών των πηγών, κυρίως με συνεννόηση των περιβολαραίων μεταξύ τους, μιας και οι περισσότεροι είχαν μεταναστεύσει, όπως είπαμε, για τις μεγάλες πόλεις.

 

Για να υπάρχει λοιπόν συνεννόηση και να μη δημιουργούνται προστριβές (που παρόλα αυτά πάντα υπήρχαν, γιατί πήγαινε κάποιος τη νύχτα κρυφά και έκοβε το νερό που πότιζε ο γείτονας και το έριχνε στο δικό του κήπο…) ανελάμβαναν οι νερουλάδες την όλη υπόθεση. Πότε δηλαδή θα ποτίζει ο κάθε ιδιοκτήτης τον κήπο του και πόσες ώρες, ώστε να υπάρχει …δικαιοσύνη!

 

Επομένως, η δουλειά του νερολόγου ήταν να γνωρίζει:

α) ποιοι θα ποτίσουν και πόσες ώρες ο καθένας, με βάση κυρίως την έκταση που είχε ο κήπος και

β) να ειδοποιεί αυτόν που είχε σειρά να πάρει το νερό.

   Προϋπόθεση για να ήταν τότε κάποιος νερουλάς ήταν να έχει ρολό(γ)ι! Μπορεί αυτό σήμερα να φαίνεται αστείο, όμως τότε στο χωριό μας το ρολόγι ήταν σπάνιο είδος και ήσαν μετρημένοι αυτοί που είχαν ρολόγια, όπως ο δάσκαλος, ο παπάς και ελάχιστοι ακόμα.

Η διαδικασία ήταν περίπου η εξής:

Όταν πλησίαζε η ώρα για την αλλαγή του νερού, φώναζε ο νερουλάς τον επόμενο περιβολάρη, ότι ήρθε η ώρα του και να πάει να πάρει το νερό. Ενημέρωνε λοιπόν το «Λιά»  (ας πούμε) ότι θα πότιζε «τόσες» ώρες και ο επόμενος που θα έπαιρνε το νερό ήταν ο «Μήτρος» (τυχαία ονόματα). Αν ήταν μακριά το σπίτι του περιβολάρη, και δεν ακουγόταν η φωνή του νερουλά, τότε πήγαινε ο ίδιος στο σπίτι να τον ειδοποιήσει, ή έστελνε κάποιο παιδί. Το δύσκολο σε αυτή τη διαδικασία ήταν τη νύχτα, που έπρεπε οπωσδήποτε να πηγαίνει στα σπίτια. Όπως ανέφερα δεν υπήρχαν ρολόγια (ιδιαίτερα τα πρώτα χρόνια), για να πει στον περιβολάρη ότι θα πάει την τάδε ώρα να πάρει το νερό και ότι θα ποτίσει μέχρι εκείνη την ώρα.

 

   Νερολόγοι αναλάμβαναν συνήθως οι αείμνηστοι, Γιώκος Δάρας και Παναγιώτης Σχίζας, (Μπουζής), για το νερό της τρανή-βρύσης, και οι επίσης αείμνηστοι Βασίλης Βέργος (ήταν και αγροφύλακας) και Μήτσος Βέργος (πατέρας του Γ. Βέργου), για το νερό από την πηγή του Δήμου. Μπορεί να ήταν και κάποιος ακόμη.

Ο Παναγιώτης Σχίζας δεν είχε ρολόγι της τσέπης, όπως είχαν οι άλλοι τρεις, και έπαιρνε μαζί του ένα μεγάλο ρολόγι επιτραπέζιο ξυπνητήρι. Το έβαζε στην τσέπη του σακακιού του, ή σε ένα σακούλι, που είχε μέσα και άλλα πράγματα.

 

   Η αμοιβή των νερουλάδων ήταν ανάλογη με το πόσες ώρες είχε χρησιμοποιήσει ο καθένας το νερό. Συνήθως έπαιρνε κάποιο αντίτιμο σε είδος, π.χ. λίγα ξερά φασόλια, ή πατάτες, ή κάτι άλλο κηπευτικό. Ο Μήτσιο-Βέργος  δεν έπαιρνε αμοιβή σε είδος, αλλά χρησιμοποιούσε κανά δύο ώρες  παραπάνω το νερό, για να ποτίζει τα περιβόλια του, κάθε 12-13 ημέρες που ερχόταν η σειρά του. Τις ποιο πολλές φορές, στη θέση του πατέρα -ως νερουλάς- έπαιρνε ο γιός του Γ. Βέργος

Τα περιβόλια που ποτιζόσαντε από τα νερά της βρύσης του Λεύκου, του δημοκοίτη και άλλων μικρότερων πηγών, ήσαν λιγότερα και δεν χρειαζόταν νερολόγοι. Τα ρύθμιζαν οι «περιβολαραίοι» μόνοι τους.

Εκείνη την εποχή (όπως και παλιότερα ακόμη) η επιμελημένη φροντίδα του περιβολιού είχε μεγάλη αξία, γιατί από αυτή τη φροντίδα εξαρτιόταν η απόδοση της καλλιέργειας, σε είδη πρώτης και καθημερινής ανάγκης, όπως πατάτες, κρεμμύδια, φασόλια, ντομάτες, αγγούρια κλπ. Βασικά δηλαδή είδη διατροφής, για την πολυμελή συνήθως οικογένεια.

Όταν το νερό της Τρανηβρύσης χρησιμοποιήθηκε για την εσωτερική ύδρευση του χωριού, περιορίστηκε η ποσότητα για το πότισμα των περιβολιών και αυτό δημιούργησε κάποια προβλήματα. Σοβαρά επίσης προβλήματα και γκρίνιες δημιουργούντο και όλα σχεδόν τα καλοκαίρια μετά την εσωτερική ύδρευση, γιατί πολλοί χρησιμοποιούσαν το νερό για πότισμα των περιβολιών μέσα στο χωριό (κυρίως τη νύχτα) και δεν υπήρχε νερό για τις ανάγκες των νοικοκυριών.

Και ένα ευτράπελο:

Μεταξύ των πολλών συμβάντων που αναφέρονται από τη διανομή των νερών στο χωριό για το πότισμα των κήπων, ένα μας διηγήθηκε ο Θ. Γ. Τρουπής (Γκράβαρης).

«…Κάποιος καλός περιβολάρης, πήγαινε κρυφά τη νύχτα και έστριβε τη ροή του νερού της Τρανηβρύσης προς το περιβόλι του (δεν θέλω να αναφέρω το όνομα του μακαρίτη, γιατί ίσως κάνω λάθος).

Ο τρόπος αποτροπής αυτής της παρανομίας, από τους άλλους ιδιοκτήτες των περιβολιών, ήταν ευρηματικός, αποτελεσματικός και για πολύ γέλιο.

Μέσα στην εκκλησία, λοιπόν,  της Αγίας Παρασκευής (είναι κολλητά με την Τρανή-βρύση) δύο πατριώτες που είχαν περιβόλι κοντά στο περιβόλι του «κλέφτη», κράτησαν ένα βράδυ μια γίδα με μεγάλα κέρατα.

Όταν ο «πονηρός» πήγε και άλλαξε τη ροή του νερού, έδεσαν στα κέρατα της γίδας μερικά κεριά, τα άναψαν και την απόλυσαν προς το μέρος του.

Στη θέα του φαντάσματος, ο πονηρός  "τα έκανε πάνω του", και  τρέχοντας εξαφανίστηκε προς τo ρέμα του "Μπαμπιώτη". 

Προφανώς θα φοβόταν ακόμη και την ημέρα να πηγαίνει πλέον  στο περιβόλι του…»

AG PARASK MM 640 2
 Ο ιστορικός Ι. Ναός της Αγίας Παρασκευής
με την Τρανή-βρύση κολλλητά στην αριστερή του πλευρά.
(Έργο ιατρού Μαρίας συζ. Χ. Ι. Μαραγκού)

Εικόνες από το χωριό

 

Newsflash - Ξέρετε ότι...

Το 1952 εκδηλώθηκε επιδημία τύφου στο χωριό. Οι υγειονομικές αρχές τότε θεώρησαν σαν αιτία της μόλυνσης τις κορύτες στις βρύσες και στα πλαίσια των έργων εξυγίανσης αντικατέστησαν τις καλαίσθητες πέτρινες πελεκητές κορύτες με ακαλαίσθητους μεταλλικούς σωλήνες. Δεν τους πέρασε από το μυαλό ότι το νερό θα μπορούσε να είχε μολυνθεί από το πέρασμά του κάτω από αυλές και σπίτια, αφού οι βρύσες ήταν σε σημείο χαμηλότερο από τα σπίτια. Το υδραγωγείο που έφερε καθαρό νερό από την Κοκκινόβρυση έγινε αργότερα, το 1959.