Από την ποιητική συλλογή "Το προσωπείο του χρόνου"
.
Μέρες βαριές, μοίρες αναπότρεπτες
Στοιβάζονται σαν βράχοι πάνω στην ψυχή μας
Φτιάχνοντας αδιαπέραστα κυκλώπεια τείχη
Χωρίζοντάς μας τον έναν απ΄ τον άλλον
Χωρίζοντάς μας απ΄ τον ορυμαγδό της νέμεσης
Χωρίζοντας τον χρόνο σε δύο μέρη
Ορόσημα που διαφεντεύουνε το ριζικό μας.
.
Πυκνό πυκνό υφαντό υφαίνουνε οι μοίρες
Καινούρια πρόσωπα παίρνουν τη θέση των παλαιών
Γλώσσες καταληπτές και άλλες ακατάληπτες σαν των αγγέλων
Και σαν τις γλώσσες της Βαβέλ και ίσως
Όπως η γλώσσα η ίδια της αγάπης
Που αυτή δεν διαχωρίζει αλλά ενώνει
Ενώνει τα παλιά τα περασμένα
Με ό,τι τώρα εδώ σε περιβάλλει.
.
Κι όμως έστω κι αυτή η γλώσσα της αγάπης
Έχει ανάγκη από τη λήθη του καιρού
Όλα τα αγκαλιάζει σαν μανδύας
Αλλά διαλέγει τις πικρές στιγμές, να μη θυμάται
Να μη θυμάται ό,τι πέθανε και όζει
Να δίνεται όλη σε ό,τι έρχεται και να κοιτάζει
Με μάτια νέα έφηβου Αθηναίου
Τα μελλούμενα.