Κοντεύω θαρρώ ν’ αγγίξω τα είκοσι χρόνια πού υπάρχω,
είκοσι χρόνια — το πέμπτον του αιώνος —
μια στιγμή στην αιωνιότητα.
.
Σήμερα μου το ψιθύρισεν ο ήλιος
πού μ’ ένα θαυμάσιο χαμόγελο του στο μεστωμένο κορμί μου
μ’ έκαμε να ναρκισευθώ πάνω απ’ το γαλάζιο γυαλί.
.
Σήμερα μου το σφύριξεν η ίδια η ζωή
που με καλεί στο χορό της.
...... Να η ζωή:
Καρδιά του καλοκαιριού.
Γαλήνη, παντού γαλήνη γιομάτη μυστήριο.
Τα χορτάρια έχουν λυγίσει απ’ τη θερμότητα
και προσμένουν λίγη δροσιά.
Ωρίμασαν οι καρποί των δέντρων
και φαντάζουν μεγαλόπρεπα καθώς ξεχωρίζουν
απ’ το χάος των φύλλων και κλαδιών.
Στην ακροθαλασσιά κορμιά μισόγυμνα
- εύρωστα εφηβικά κορμιά—
σκιρτούν από ξεγνοιασιά και νιάτα.
Το αθάνατο κύμα κυλά τραγουδιστά
και παίζει κυνηγητό με τα νιάτα και το άπειρο.
La vie c’ est là!
.
Σήμερα ο ήλιος
ρίχνοντας
ένα θαυμάσιο χαμόγελο του στα μεστωμένο κορμί μου
κάτι μου ψιθύρισε.
.
Σήμερα η ομορφιά
σφραγίζοντας
μ’ ένα τρελό φιλί το έκπληχτο μάτι
κάτι μου σφύριξε:
πώς είμαι είκοσι χρονώ κι’ η ζωή δικιά μου.
Κάννες 4-8-1948

Εικόνες από το χωριό

 

Newsflash - Ξέρετε ότι...

Τον Φεβρουάριο 1956 έριξε τόσο χιόνι που έκλεισε ο δρόμος και το χωριό αποκλείσθηκε από το υπόλοιπο κόσμο για εβδομάδες. Οι «σάκκινες» με το αλεύρι στα μαγαζιά τελείωσαν και ο κόσμος άρχισε να μην έχει ψωμί. Ο τότε πρόεδρος της Κοινότητας Γιώργης Δάρας (Γιώκο-Ντάρας) τηλεφώνησε στο Νομάρχη και του είπε «πεθαίνουμε απαξάπαντες. Ανάγκη να μας στείλετε κατεπειγόντως άλευρα. Μη βραδύνετε». Η νομαρχία ανταποκρίθηκε και την άλλη ημέρα ήρθε ένα ντακότα και έριξε αλεύρι και σιτάρι στα χωράφια, στην απάνω μεριά του χωριού, από τη Ζευγολατίτσα μέχρι το σπίτι του Γιωργιού.