Μετά την αποφοίτηση του από το Γυμνάσιο Δημητσάνας, σε ηλικία μόλις 16 ετών, τον Ιούνιο του 1920, προσελήφθη κατόπιν εξετάσεων ως υπάλληλος στον τελωνειακό κλάδο. Παράλληλα, ενώ εργαζόταν, φοίτησε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και σε ηλικία 21 ετών πήρε το πτυχίο της Νομικής Σχολής. Με την ικανότητα, τη φιλοπονία και την ευσυνειδησία που τον διέκριναν, ανέβηκε γρήγορα τα σκαλιά της ιεραρχίας στην υπηρεσία του και έγινε Επιθεωρητής Τελωνείων σε ηλικία 31 ετών (ο νεότερος μεταξύ των συναδέλφων του). Χειρίστηκε με επιτυχία πολλά οικονομικά θέματα της Πολιτείας και ανέλαβε σημαντικές αποστολές στο εξωτερικό. Συνέγραψε βιβλία οικονομικού περιεχομένου και υπήρξε συνεργάτης περιοδικών του κλάδου του.
Αφού εξάντλησε την ιεραρχία στον τελωνειακό κλάδο και αποχώρησε από αυτόν, ανέλαβε την οικονομική διεύθυνση της Εταιρείας Ηλεκτρικών Σιδηροδρόμων, όπου επίσης διακρίθηκε για την εργατικότητα και την αφοσίωση στο καθήκον. Και από τις δύο θέσεις βοήθησε, στα δύσκολα εκείνα χρόνια, πολλούς νέους από το χωριό μας να βρουν δουλειά και να σταδιοδρομήσουν είτε ως τελωνειακοί, είτε στην Εμπορική και στη Λαϊκή Τράπεζα (που τότε ανήκαν στον όμιλο Ανδρεάδη) είτε στον Ηλεκτρικό Σιδηρόδρομο (ΕΗΣ).
Παντρεύτηκε την ωραία και ευγενική Φωτεινή Τράκα από τη Σάμο, προικισμένη με πολλά χαρίσματα. Απέκτησε μαζί της δύο παιδιά, τον Γιάννη, διεθνούς φήμης μουσικό που διαπρέπει στο Λονδίνο ως διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας και τη Μαρία, που έφυγε από τη ζωή πρόωρα.
Αγαπούσε το Σέρβου και εργάσθηκε για την πρόοδο του. Νέος ακόμη, ως μέλος του Συνδέσμου Σερβαίων, ενστερνίσθηκε την ιδέα ανέγερσης περικαλλούς ναού "Η ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ" στη θέση υπάρχοντος παλαιότερου ναού. Οι δύσκολες περιστάσεις που ακολούθησαν άφησαν το έργο ημιτελές για αρκετά χρόνια. Ευτύχησε όμως να εργασθεί για την αποπεράτωση του αργότερα, ως πρόεδρος του Συνδέσμου που διετέλεσε επί 6 χρόνια, από το 1954 μέχρι το 1960. Με τη δική του συνδρομή (καταβολή εξ ιδίων της δαπάνης για τα τσιμέντα και τα σίδερα) έγινε και η επέκταση του προαυλίου της Κάτω Εκκλησιάς και η δημιουργία της εκεί πλατείας.
Θεωρούσε ότι η επέκταση του δρόμου προς Αράπηδες και από εκεί προς τα Λουτρά Ηραίας και το Κουκλαμά ήταν προς το συμφέρον του χωριού και πρωτοστάτησε στην προσπάθεια, αλλά ατυχώς η προσπάθεια αυτή δεν ευοδώθηκε τότε.
Η ζωτικότητα του χάθηκε μαζί με την ευτυχία του και τη θέληση του για ζωή μετά τον πρόωρο θάνατο της γυναίκας του, την οποία υπεραγαπούσε. Ο ίδιος έφυγε από τη ζωή το 1978, παραμένει όμως στη μνήμη των Σερβαίων ως άξιο τέκνο και ευεργέτης του χωριού μας. Ο Σύνδεσμός μας σε ανγνώριση των ευεργεσιών του στο χωριό, στο Σύνδεσμο και στους πατριώτες πρότεινε να ονομασθεί ο δρόμος με τα σκαλοπάτια από την εκκλησία της Ζωοδόχου Πηγής προς τον κεντρικό δρόμο σε "οδό Δημητρίου Δάρα"