Αναδημοσίευση από τον ιστότοπο  της Μαρίνας Αθ. Μαραγκού

Ο Ευριπίδης, ένας από τους μεγάλους μας τραγωδούς, υπήρξε ένας άνθρωπος  με εξαιρετική διανοητική δύναμη, δραματική δεξιοτεχνία, οξύνοια, κατανόηση, θάρρος και φαντασία. Ήταν αυτός που εισχώρησε βαθύτερα από κάθε ομότεχνό του στον εσωτερικό κόσμο των γυναικών, περιγράφοντας και αναλύοντας με θαυμαστή ψυχολογική ακρίβεια τα συναισθήματα, τα πάθη και τις ψυχικές αντιδράσεις των ηρωίδων του. Το ήθος και ο χαρακτήρας τους αναλύονται από τον κορυφαίο μας ποιητή πιστότατα και πειστικότατα. Τα γυναικεία του πρόσωπα είναι ολοκληρωμένα θεατρικά πρόσωπα, θα λέγαμε, ενώ η μεγάλη πνευματική ανησυχία είναι κυρίως η σφραγίδα του ανθρώπου και του έργου του Ευριπίδη.

 

Ο Ευριπίδης προκάλεσε πολλά μίση και αντιπάθειες κατά τη μακρά ποιητική σταδιοδρομία του, επειδή ήταν μοναχικός και κλειστός χαρακτήρας αλλά πολύ περισσότερο για τις τολμηρές ιδέες του, την έντονη ανανεωτική διάθεσή του και την αγάπη του για το καινούργιο. Η συστηματική πολεμική των κωμωδιογράφων  εναντίον του συνετέλεσε ώστε να διασυρθεί και να σπιλωθεί ο βίος του. Ως μόνιμος στόχος χαρακτηρίστηκε από τους συγχρόνους του και ως  μισογύνης, ωστόσο οι χαρακτήρες των ηρωίδων του το διαψεύδουν κατηγορηματικά και ο μισογυνισμός του, επομένως, μάλλον πρέπει να θεωρείται ως θρύλος.

Το 431 π.Χ. ο Ευριπίδης  δίδαξε τη Μήδεια, πρώτο δράμα μιας τετραλογίας που περιελάμβανε ακόμη τα έργα ΦιλοκτήτηςΔίκτυς και το σατιρικό δράμα Θερισταί. Ήρθε τρίτος στον διαγωνισμό τότε. Σήμερα τη Μήδεια την κατατάσσουμε στα αριστουργήματά του. Στο έργο αυτό πραγματοποιεί μια καινούργια και αποφασιστική  στροφή με μια αδιαμφισβήτητα βαθιά επέμβαση στον αρχαίο μύθο,  με ένα αποτελεσματικό δραματικό τέχνασμα.  

Στην   ελληνική μυθολογία πουθενά δεν υπάρχει καμία αναφορά  ότι η Μήδεια έχει σκοτώσει τα παιδιά της. Μάλιστα, σύμφωνα με τον Κρεώφυλλο τον Σάμιο, στην προσπάθειά της να σώσει τα παιδιά της από την οργή των Κορινθίων επειδή η Μήδεια είχε σκοτώσει τον Κρέοντα και τη Γλαύκη ή Κρέουσα, τα οδήγησε στο ιερό της Ήρας. Δεν κατάφερε να τα γλυτώσει όμως καθώς οι Κορίνθιοι τα λιθοβόλησαν μέσα στο ιερό. Ίσως και αυτός να είναι ο λόγος που μόνο στην Κόρινθο  εθρυλείτο ότι υπήρχε ένας τάφος των παιδιών της Μήδειας, και μάλιστα επικρατούσε  η αντίληψη ότι εκείνη τα σκότωσε από μια απροσεξία προσπαθώντας να τα καταστήσει αθάνατα. Ορμώμενος λοιπόν από αυτόν τον θρύλο, ο Ευριπίδης την κάνει φόνισσα των παιδιών της  για να εκδικηθεί με άγριο πάθος την απιστία του Ιάσονα.  Η επίδραση αυτής της μορφής στην παγκόσμια λογοτεχνία, με την οποία μόνο λίγες μπορούν να συγκριθούν, αποτελεί μια σίγουρη μαρτυρία για το μεγαλείο και την ορθότητα της σύλληψής της. Καμιά άλλη ελληνική τραγωδία δεν είναι σε τόσο βαθμό κινούμενη από τις δυνάμεις που από την ψυχή του ανθρώπου υψώνονται σε δαιμονική δράση.  Το άμετρο μίσος εναντίον του προδότη και η τρυφερή αγάπη προς τα παιδιά, και πολλά άλλα, που είναι χωρισμένα σαν τη φωτιά από το νερό, μπορούν να βρουν πολύ καλά τη θέση τους σε μια ανθρώπινη ψυχή. 

Η Μήδεια μπορεί να θεωρηθεί ένα επαναστατικό τόλμημα μιας θεατρικής συγγραφικής ιδιοφυΐας. Ο θεατής μπορεί να απλώσει τη συμπάθειά του στα άδυτα πάθη της Μήδειας και συγχρόνως να αισθανθεί τη φρίκη της συνειδητής, προμελετημένης παιδοκτονίας, ακόμη κι αν αντιλαμβάνεται ότι τα παιδιά είναι έτσι κι αλλιώς χαμένα, κάτι που και η ίδια η Μήδεια συναισθάνεται. Επίσης, η ιδιαίτερη γνώση και η ευφυΐα της Μήδειας, καθώς και η ιδιαίτερη φύση και η ιδιαίτερη θέση αυτής της γυναίκας, ορίζονται, συνδυάζονται και αναπτύσσονται πολύ προσεκτικά και καίρια μέσα στο δράμα, με όρους που ξεπερνούν τις νεότερες ερμηνείες κοινωνιολογικού ή φεμινιστικού χρωματισμού. 

Η ΥΠΟΘΕΣΗ

Το έργο ξεκινάει με τον πρόλογο της τροφού η οποία, ανατρέχοντας στη ναυπήγηση και στο ταξίδι της Αργούς, θυμίζει την αρχή των δεινών της Μήδειας, της κόρης του βασιλιά της Κολχίδας, Αιήτη. Περιγράφει ότι η γυναίκα αυτή βοήθησε τον Ιάσονα και προκάλεσε τον θάνατο του  Πελία στην Ιωλκό. Έπειτα εγκαταστάθηκε εξόριστη με τον Ιάσονα στην Κόρινθο και τώρα βλέπει τον άντρα της να ετοιμάζεται να κάνει νέο γάμο με την κόρη του βασιλιά Κρέοντα, την Κρέουσα ή Γλαύκη. Στη σκηνή τώρα εισέρχεται η παιδαγωγός και τα παιδιά και μαθαίνουμε ότι ο Κρέων διέταξε να εξοριστεί η Μήδεια  με τα παιδιά της. Από το παλάτι ακούμε τη Μήδεια να οικτίρει την κακή της τύχη. Ο Χορός, που είναι οι γυναίκες της Κορίνθου, έρχονται να συμπαρασταθούν και στέλνουν την τροφό στο παλάτι με σκοπό να παροτρύνει τη Μήδεια να μοιραστεί την αγωνία της μαζί τους.

 

Η Μήδεια βγαίνει στη σκηνή και μιλάει για τη θέση της γυναίκας, αλλά και για την πρόθεσή της να εκδικηθεί. Έρχεται και ο Κρέων και της ανακοινώνει την απόφασή του,  ενώ εκείνη του ζητάει να την ανακαλέσει. Το μόνο που κερδίζει όμως είναι μια μέρα αναβολή της αναχώρησής της. Όταν ο βασιλιάς αποχωρεί εκείνη ανακοινώνει τα πραγματικά σχέδιά της: προτίθεται να σκοτώσει τον Ιάσονα, τον Κρέοντα και την κόρη του με τα μαγικά της φίλτρα, μόλις εξασφαλίσει καταφύγιο εκτός της Κορίνθου. Με την είσοδο του Ιάσονα πραγματοποιείται  ένας συζυγικός διάλογος,  με ανταλλαγή λόγων που πλημμυρίζουν από πίκρα, στον οποίο η Μήδεια κατηγορεί τον Ιάσονα ότι είναι προδότης και αχάριστος, ενώ ο Ιάσων της αντιτάσσει ότι εκείνη  είχε κέρδος που ήρθε στην Κόρινθο και ότι αποκόμισε δόξα σε αυτόν τον πολιτιστικά ανώτερο κόσμο που βρέθηκε. Ύστερα ο  Ιάσων αποχωρεί, αφού της υπόσχεται χρήματα και βοήθεια για να φύγει. 

Εν τω μεταξύ, η αναπάντεχη επίσκεψη του Αιγέα, που πηγαίνει στην Τροιζήνα επιστρέφοντας από τους Δελφούς, δίνει τη λύση στο πρόβλημα της διαμονής  της. Η Μήδεια, περιγράφοντας τα δεινά της στον Αθηναίο βασιλιά και προσφέροντάς του βοήθεια με τα μαγικά της φίλτρα  για να μπορέσει εκείνος να αποκτήσει γιο, κερδίζει τη συμπάθειά του και εξασφαλίζει τη διαμονή της στην Αθήνα. Δεν τη σταματάει τίποτε τώρα πια. Αποκαλύπτει πρώτα στον Χορό τα σχέδιά της, ό,τι χειρότερο μπορεί κανείς να διανοηθεί κανείς: τον φόνο των παιδιών της. Στέλνει να φωνάξουν τον Ιάσονα και του ανακοινώνει ότι μετάνιωσε για τη συμπεριφορά της και δίνει στα παιδιά δώρα για την  Κρέουσα, τη νέα μέλλουσα σύζυγο, και ότι επιθυμεί να μείνουν τα παιδιά της στην Κόρινθο. Όταν τα παιδιά επιστρέφουν, η παιδαγωγός ανακοινώνει στη Μήδεια ότι η παραμονή τους στην Κόρινθο έγινε όντως δεκτή.  Ακολουθεί ένας ταραγμένος μονόλογος γεμάτος συναισθηματικές εναλλαγές, εκφράζοντας πότε την αγάπη για τα παιδιά της και πότε την οργή και την απόφασή της  να φέρει εις πέρας την εκδίκηση που έχει ήδη ξεκινήσει. Μετά το τραγούδι του Χορού ένας αγγελιαφόρος  έρχεται και περιγράφει πώς από τα δηλητηριασμένα ρούχα που έστειλε ως δώρα η Μήδεια πέθαναν η μελλόνυμφη που τα φόρεσε και ο πατέρας της που προσπάθησε να τη σώσει.  Η Μήδεια μπαίνει στο παλάτι και σκοτώνει τα παιδιά της – ακούγονται οι φωνές τους, ενώ οι γυναίκες του Χορού δεν μπορούν να τα σώσουν. Ο Ιάσων φθάνει απελπισμένος στο σπίτι και μαθαίνει ότι η Μήδεια σκότωσε τα παιδιά. Σε μεγάλη αναστάτωση, προσπαθεί να ανοίξει την κλειδωμένη πύλη. 

 

 Σε ένα άρμα που το σέρνουν φτερωτοί δράκοντες, δώρο του Ήλιου, η Μήδεια εμφανίζεται στην κορυφή του παλατιού μαζί με τα άψυχα σώματα των παιδιών της. Ο Ιάσων την κατηγορεί οργισμένος κι εκείνη του αντιτάσσει την αποτελεσματικότητα της εκδίκησής της. Δεν δέχεται  να θάψουν μαζί τα παιδιά και τα παίρνει εκείνη  για να τα ενταφιάσει η ίδια και να ιδρύσει λατρεία προς τιμήν τους. Επάνω στο άρμα της η Μήδεια φεύγει μακριά, περισσότερο θεά παρά θνητή, και αφήνει τον τραγικό Ιάσονα στην ερημιά, στην ταπείνωση και στην απελπισία.

Όλη η δράση της τραγωδίας της Μήδειας είναι τόσο εντυπωσιακή και τόσο ακραία ώστε δύσκολα το έργο θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητο στην ιστορία της λογοτεχνίας. Ολόκληρη η συλλογιστική επεξεργασία του μυθικού υποστρώματος αυτού του έργου είναι και σε άλλες πτυχές της ιδιαίτερα προχωρημένη. Ο προβληματισμός επεκτείνεται περισσότερο και αναζητάει τα όρια και τη σχέση της θεμιτής και της επιθυμητής εκδίκησης, τη σχέση της εκδίκησης με την κοινωνική δικαιοσύνη, καθώς και το μέγεθος των συναισθηματικών και κοινωνικών συνεπειών, όταν οι έννοιες δικαιοσύνη και εκδίκηση τεθούν σε εφαρμογή.
Οι κριτές του 431 π.Χ. δεν μπορούσαν να ξέρουν ότι ο μονόλογος της κεντρικής ηρωίδας στη Μήδεια θα ήταν η πρώτη έκφραση εσωτερικής σύγκρουσης του ανθρώπου στην ιστορία του θεάτρου. Η αλήθεια όμως είναι ότι το 431 π.Χ. αυτό ακριβώς συνέβη.

Μαρίνα Αθ. Μαραγκού

Πηγές: Albin Lesky, Ιστορία της αρχαίας λογοτεχνίας

ΕΑΠ, Γράμματα 1: Αρχαία Ελληνική και Βυζαντινή Φιλολογία – τόμος Α.


Εικόνες από το χωριό