........................................................................................................................................................
Γ. Δ. Βέργος
301. ΣΤΗ ΖΗΡΙΑ ΒΓΑΙΝΕΙ ΕΝΑΣ ΚΑΠΝΟΣ
(Τσάμικος).
Στη Ζήρια βγαι… στην Ζήρια,
Βγαίνει ένας καπνός.
Στη Ζήρια βγαίνει ένας καπνός,
Μα, τι καπνός να είναι.
Οι Βλάχοι κα… οι Βλάχοι,
Κάνουν μια χαρά.
Οι Βλάχοι κάνουν μια χαρά,
Παντρεύουν τη Σταυρούλα.
Της δίνουν χι… της δίνουν,
Χίλια πρόβατα.
Τις δίνουν χίλια πρόβατα,
Και δυο χιλιάδες γίδια.
302. ΜΗΛΙΤΣΑ ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ ΣΤΟ ΓΚΡΕΜΟ
(Συρτός).
Μηλι… βάι, μηλι…μηλίτσα,
Που είσαι στο γκρεμό.
Ωχ! Μηλίτσα που είσαι στο γκρεμό,
Τα μήλα φορτωμένη.
Τα μη…βάι, τα μη…τα μήλα σου,
Λιμπίζομαι.
Ωχ! Τα μήλα σου λιμπίζομαι,
Μα το γκρεμό φοβάμαι.
Σαν τον βάι, σαν τον…σαν τον,
Φοβάσαι το γκρεμό.
Ωχ! Σαν τον φοβάσαι το γκρεμό,
Έλα απ’ το μονοπάτι.
Να σε βάι, να σε…να σε χορτάσω
Με γλυκά.
Να σε χορτάσω με γλυκά,
Και μυρωδάτα μήλα.
303. ΚΑΙΝΟΥΡΙΑ ΛΟΓΙΑ ΜΟΥ ‘ΡΘΑΝΕ
(Τσάμικος).
Καινού…ρια λο…καινούρια λόγια,
Μου ‘ρθανε.
Καινούρια λόγια μου ‘ρθανε,
Απ’ την παλιά μ’ αγάπη.
Εγώ ‘βρα… κι αμαν…εγώ ‘βρα,
Κι αρραβώνιασα.
Εγώ ‘βρα κι αρραβώνιασα,
Κι εσύ αν θες παντρέψου.
Αν μ’ αγαπάς… αν μ’ αγαπάς,
Πουλάκι μου.
Αν μ’ αγαπάς πουλάκι μου,
Έλα να στεφανώσεις.
Παίρνω τα… στε…παίρνω,
Τα στέφανα χρυσά.
Παίρνω τα στέφανα χρυσά,
Και τα κεριά ασημένια.
Και τη λαμπά…και τη λα…μπάδα,
Του γαμπρού.
Και τη λαμπάδα του γαμπρού,
Χρυσή μαλαματένια…
304. ΣΤΟΥ ΒΟΡΙΑ ΤΟ ΜΠΑΛΚΟΝΑΚΙ
(Συρτός)
Στου βοριά το μπαλκονάκι,
Στου βοριά το μπαλκονάκι.
Στου βοριά το μπαλκονάκι,
Στρώσε μου να κοιμηθώ…
Στρώσε μου να κοιμηθώ.
Στρώσε στρώμα πουπουλένιο,
Στρώσε στρώμα πουπουλένιο.
Στρώσε στρώμα πουπουλένιο,
Πάπλωμα μεταξωτό…
Πάπλωμα μεταξωτό.
Βάλε και για μαξιλάρι,
Βάλε και για μαξιλάρι.
Βάλε και για μαξιλάρι,
Τα χεράκια σου το δυο…
Τα χεράκια σου τα δυο.
305. ΕΝΑ ΠΟΥΛΙ ΑΠ’ ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΜΑΣ
(Συρτός)
Ένα πουλί, μάνα μου,
μαντζουράνα μου μάνα,
Ένα πουλί απ’ το χωριό μας.
Ένα πουλί απ’ το χωριό μας,
Φεύγει για κακό δικό μας.
Φεύγει πάει, μάνα μου,
μαντζούρανα μου μάνα,
Φεύγει πάει μακριά στα ξένα.
Φεύγει πάει μακριά στα ξένα,
Και αλλοίμονο σε μένα.
Είδα από… μάνα μου,
μαντζουράνα μου μάνα,
Είδα απόψε στ’ όνειρό μου.
Είδα απόψε στ’ όνειρό μου,
Μαύρα μάτια στο πλευρό μου.
Και ξυπνώ, μάνα μου,
μαντζουράνα μου μάνα,
Και ξυπνώ και δεν τα βρίσκω.
Και ξυπνώ και δεν τα βρίσκω,
Μου ‘ρχεται να αυτοκτονήσω.
306. ΟΛΕΣ ΟΙ ΜΕΛΑΧΡΙΝΕΣ
(Συρτός)
Όλες οι μελαχρινές…
Το μελαχρινάκι μου.
Αχ! Κι όλες οι μαυρομάτες,
Δροσιά είναι γεμάτες.
Όλες τις εφίλησα…
Το μελαχρινάκι μου.
Αχ! Κι όλες θα τις φιλήσω,
Καμία δεν θ’ αφήσω.
Και μια μικρή μια μελαχρινή…
Το μελαχρινάκι μου.
Αχ! Αυτή έχει τη χάρη,
Να δω ποιος θα την πάρει.
Της εζήτησα φιλί,
Το μελαχρινάκι μου.
Αχ! Λέει δεν θα μου το δώσει,
Μα δεν θα το γλυτώσει.
307. ΚΑΛΟΤΥΧΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΒΟΥΝΑ
(Τραπεζιού)
Ώρε! Καλότυχα…είναι τα βουνά…
Καλότυχοι κ΄οι κά…μποι.
Που Χάρος δεν…
Που Χάρος δεν τα καρτε…ρεί…
Ώρε! Που Χάρος…δεν τα καρτερεί…
Χάρο δεν περιμέ…νουν.
Μον… καρτερούν…
Μον καρτερούν…την Άνοιξη…
Ώρε! Που καρτερούν…την Άνοιξη,
Τ’ όμορφο καλοκαίρι….
ΡΕΦΡΕΝ
Τούτη γης που την πατούμε,
Όλοι με…σα θέλα μπούμε.
308. ΛΑΛΑ, Τ’ΑΗΔΟΝΙ ΛΑΛΑ ΤΟ
(Τσάμικος)
Λάλα, τ’ αηδό…λάλα τ’ αηδόνι,
Λάλα το.
Λάλα τ’ αηδόνι λάλα το,
Σ’ όλα τα περιβόλια.
Και στον δι...κό και στον δικό μου,
Το μπαξέ.
Και στον δικό μου τον μπαξέ,
Ποτέ να μην λαλήσεις.
Γιατί ειν’ η κο…γιατί ειν’ κόρη μ’,
Άρρωστη.
Γαιτί ειν’ η κόρη μ’ άρρωστη,
Βαριά για να πεθάνει.
Της φέρ…νω ο… της φέρνω όλους,
Τους γιατρούς.
Της φέρνω όλους τους γιατρούς,
Μα γιατρεμούς δεν έχει.
309. ΘΕ(ΕΛ)ΤΕ Ν’ ΑΚΟΥΣΤΕ ΚΛΑΜΑΤΑ
(Συρτός)
Θέλ(ε)τε ν’ακου…ν’ ακούστε κλάματα,
Κι σντρίκια μοιρολόγια,
Περάστ’ απ’ το…απ’το Αιτωλικό.
Περάστ’ απ’ το…απ’το Αιτωλικό,
Κι από το Μεσολόγγι.
Εκεί θ’ ακου…θ’ ακούστε κλάματα.
Εκεί θ’ ακου…θ’ακούστε κλάματα,
Κι αντρίκια μοιρολόγια,
Με το κακό…κακό που έγινε.
Με το κακό…κακό που έγινε.
Κάψαν’ το Μεσολόγγι,
Κλαίνε μανου…μανούλες για παιδιά.
Κλαίνε μανου…μανούλες για παιδιά,
Γυναίκες για τους άντρες,
Κλαίνε και για…για το χαλασμό…
310. ΠΗΡΑ ΡΟΚΑ, ΠΗΡΑ ΑΔΡΑΧΤΙ
(Συρτός)
Πήρα ρο…τσούπρες μου,
Πήρα ρόκα, πήρα αδράχτι.
Πήρα ρόκα πήρα αδράχτι,
Και πηγαίνω φράχτη, φράχτη.
Είδα τσου…τσούπρες μου,
Είδα τσούπρες να κεντάνε.
Είδα τσούπρες να κεντάνε,
Και το μάτι μου πατάνε.
Πάρτε με…τσούπρες μου,
Πάρτε με στον αργαλειό σας.
Πάρτε με στον αργαλειό σας,
Για το σκάσιμο τ’ ανδρός σας.
Πάρτε με…τσούπρες μου,
Πάρτε με στην αγκαλιά σας.
Πάρτε με στην αγκαλιά σας,
Για να σκάσει η πεθερά σας.
Να με μα…τσούπρες μου,
Να με μάθετε κεντίδια.
Να με μαθετε κεντίδια,
Να σας μάθω ‘γω παιχνίδια.
311. Ω! ΠΩ, ΠΩ ΜΑΡΙΑ
(Συρτός).
Ένα Σαββάτο βράδυ, καλέ, Μαρία.
Μια Κυριακή πρωί.
Ω! πω! πω! Μαρία, Ω! πω! πω! Μαρία,
Ω! πω! πω! Μαρία, σ’αγαπώ.
Επήρα την απόφαση Μαρία,
Για να σε παντευτώ.
Ω! πω! πω! Μαρία, Ω! πω! πω! Μαρία,
Ω! πω! πω! Μαρία, σ’ αγαπώ!
Και όργανα θα…πάρω καλέ Μαρία,
Τον παλιό τον μερακλή.
Ω! πω! πω! Μαρία, Ω! πω! πω! Μαρία,
Ω! πω! πω! Μαρία σ’ αγαπώ!
312. ΑΝΑΘΕΜΑ ΣΕ ΑΜΕΡΙΚΗ
(Συρτός)
Ανάθεμα, κι αμάν, αμάν,
Ανάθεμα σε Αμερική.
Ανάθεμα σε Αμερική,
Κι εσύ κακούργα Αφρική.
Που ‘χεις λίρες και δολάρια,
Και γελάς τα παλικάρια.
Μας πήρες όλα, κι αμάν, αμάν,
Μας πήρες όλα τα παιδιά.
Μας πήρες όλα τα παιδιά,
Ρημώσανε τα μαγαζιά.
Κι όλους τους καλούς λεβέντες,
Και ρημώσανε οι ταβέρνες.
Εμείνανε, κι αμάν, αμάν,
Εμείνανε οι μοναχογιοί.
Εμείνανε οι μοναχογιοί,
Και κάνουνε τον ευγενή
Και γυρεύουνε χιλιάδες,
Αχ! Οι παλιομασκαράδες.
Και τις χιλιάδες, κι αμάν! Αμάν,
Και τις χιλιάδες τις πολλές.
Και τις χιλιάδες τις πολλές,
Και τις κοπέλες τις καλές.
Αχ! Οι παλιομασκαράδες,
Τι τις θέλουν τις χιλιάδες.
313. ΑΘΗΝΑ ΣΕ ΒΑΡΕΘΗΚΑ
(Συρτός).
Αθήνα σε βαρέθηκα,
Και θα σε παρατήσω.
Θα πάω πάλι στο χωριό,
Πρόβατα να βοσκήσω.
Κι ας με λένε και τσοπάνο,
Στην Αθήνα τι να κάνω.
Θα πάω πάλι στο χωριό,
Στα πεύκα στο λιβάδι.
Σαν τι γυρεύει η αλεπού,
Στη μέση στο παζάρι.
Κι ας με λένε και τσοπάνο,
Στην Αθήνα τι να κάνω;
314. ΣΤΟ ΒΟΥΝΟ ΗΘΕΛΑ Ν’ ΑΝΕΒΩ
(Συρτός).
Στο βουνό ήθελ’ ανεβώ,
Για να φτιάξω κήπο,
Μήπως και σε πετύχω…
Μήπως και σε πετύχω.
Κήπο και παράκηπο,
Και ωραίο αμπέλι,
Πορτούλα για να μπαίνει…
Πορτούλα για να μπαίνει.
Να φωνάζεις αμπελουργέ,
Δώσε μου σταφύλι,
Και φίλα με στα χείλη…
Και φίλα με στα χείλη.
315. ΠΑΡΕ ΓΙΑΝΝΑΚΗ ΤΟ ΒΙΟΛΙ
(Συρτός).
Ώρε! Πάρε Γιαννάκη,
Γιαννάκη το βιολί.
Πάρε Γιαννάκη το βιολί,
Και πήγαινε στη βρύση
Και πήγαινε στη βρύση.
Ώρε! Κι εγώ θα πάω,
Θα πάω, στη μάνα μου.
Κι εγώ θα πάω στη μάννα μου,
Να την καταγελάσω,
Να την καταγελάσω.
Ώρε! Μάνα νερό,
Νερό, δεν έχουμε.
Μάνα νερό δεν έχουμε,
Και ξένους καρτερούμε,
Και ξένους καρτερούμε.
Ώρε! Πότε κόρη,
κόρη, με ρώτησες.
Πότε κόρη με ρώτησες,
Και με ρωτάς και τώρα,
Και με ρωτάς και τώρα.
Ώρε! Και το βαρέλι,
Βαρέλι άρπαξε.
Και το βαρέλι άρπαξε,
Νερό πάει να φέρει,
Νερό πάει να φέρει.
Ώρε! Στο δρόμο που,
Όπου πήγαινε.
Στο δρόμο όπου πήγαινε,
Τρεις τούρκους απαντάει,
Τρεις τούρκους απαντάει.
Ώρε! Ένας την πιάνει,
Την πιάνει απ’ τα μαλλιά.
Ένας την πιάνει απ’ τα μαλλιά,
Κι ο άλος απ’ το χέρι,
Κι ο άλος απ’ το χέρι.
Ώρε! Κι ο τρίτος ο μωρέ,,
Ο τρίτος ο μικρότερος.
Κι ο τρίτος ο μικρότερος,
Της πήρε το βαρέλι,
Της πήρε το βαρέλι.
.
316. ΤΑΞΕ ΜΑΝΟΥΛΑ ΤΑΜΑΤΑ
Μαράθηκαν…τα δέντρα…
Μαράθηκαν…τα δέντρα.
Κι ‘όλα τα καριά, μώρε Δήμο,
Κι όλα τα κλαριά.
Μαράθηκε…κι ο Δήμος…
Μαράθηκε…κι ο Δήμος.
Από τα κλάμματα, μωρέ Δήμο,
Από τα κλάμματα.
.
(ΧΙΜ)