roses-208980  340

                                 Γιώργου Μαρτινέλλη.

             ΜΑΝΑ

Μάνα κράζει τό παιδάκι,
μάνα
ό νιός και μάνα ό γέρος,
μάνα ακούς σε κάθε μέρος.
'Ά! τί όνομα γλυκό!

τη χαρά σου και τη λύπη
μέ τη μάνα τη μοιράζεις,
ποθητά την αγκαλιάζεις,
δέν της κρύβ
εις μυστικό.

Εις τον κόσμον άλλο πλάσμα
δεν θα βρεις να
σε μαντεύει
σαν τη μάνα πού λατρεύει,
σαν τη μάνα πού πονεί.

Την υγειά της, τη ζωή της
όλα η 
μάνα τ' άψηφάει,

για το τέκνο π' αγαπάει,

για το τέκνο πού φιλεί.

που τρέχεις, πάντα η μάνα
με το νου σε συντροφ
εύει,

σε προσμένει, σε γυρεύει

μ' ανυπόμονη καρδιά.

Κι αν σκληρός εσύ, φαρμάκια
την ποτίζεις την καϋμένη,
πάντα η μάνα σ' άπανταίνει
με 
τα όλόθερμα φιλιά!

Δυστυχής όποιος τη χάνει!
Ό καϋμός είναι μεγάλος.
Σαν τη μάν
α δεν είν' άλλος
ει
ς τον κόσμο θησαυρός.

Κι όποιος πια δεν έχει μάνα,
μάνα κράζει στο όνειρό του,
πάντα η μάνα στον καϋμό του
είν' ό μόνος στεναγμός.

 

 

(ΘΓΤ)

 

 

 


Εικόνες από το χωριό

 

Newsflash - Ξέρετε ότι...

Τον Φεβρουάριο 1956 έριξε τόσο χιόνι που έκλεισε ο δρόμος και το χωριό αποκλείσθηκε από το υπόλοιπο κόσμο για εβδομάδες. Οι «σάκκινες» με το αλεύρι στα μαγαζιά τελείωσαν και ο κόσμος άρχισε να μην έχει ψωμί. Ο τότε πρόεδρος της Κοινότητας Γιώργης Δάρας (Γιώκο-Ντάρας) τηλεφώνησε στο Νομάρχη και του είπε «πεθαίνουμε απαξάπαντες. Ανάγκη να μας στείλετε κατεπειγόντως άλευρα. Μη βραδύνετε». Η νομαρχία ανταποκρίθηκε και την άλλη ημέρα ήρθε ένα ντακότα και έριξε αλεύρι και σιτάρι στα χωράφια, στην απάνω μεριά του χωριού, από τη Ζευγολατίτσα μέχρι το σπίτι του Γιωργιού.