Να πεις κάτι απλό
σαν την αυγή και σαν το βράδι.
Σαν το νερό
που βγαίνει από την πέτρα στο βουνό.
Να πεις κάτι ζεστό
σαν την κουβέντα
του πρωινού κι απογευματινού καφέ,
ή σαν το δάκρυ το κρυφό
στου δειλινού τις ανταύγειες.
Να πεις κάτι γλυκό
σαν την «επί του Όρους Ομιλία»
ή σαν τη φθινοπωρινή βροχή
του απομεσήμερου.
Να πεις κάτι ωραίο
σαν το παιδί που ζωγραφίζει,
ή σαν τα στάχυα
την παραμονή του θερισμού.
Να πεις κάτι χαρούμενο
σαν την επιστροφή της μάνας από τη δουλειά,
ή σαν την όψη των αγίων στην Ανάσταση.
Να πεις κάτι σίγουρο
σαν την ισότητα του θανάτου
ή, σαν του βράχου τις αιχμές στον ουρανό.
Να πεις κάτι γενναίο
σαν το «άφες αυτοίς»
ή, σαν τη μπουκιά του πεινασμένου
που τη δίνει στο σύντροφο.
Κι αν νοιάζεσαι
να πεις κάτι σοφό
πες μια, και δυο, και τρεις φορές
τα παραπάνω.
(ΧΔ)