Η μονή βρίσκεται 9 χλμ νοτιοδυτικά της Στεμνίτσας στην αριστερή όχθη του Λουσίου, στα πόδια του όρους Κλινίτσα,το οποίο αποτελεί προέκταση του Μαινάλου.
Είναι κτισμένη στη ρίζα ενός κατακόρυφου βράχου, σχεδόν όμοιου με εκείνον της παλαιάς μονής Φιλοσόφου, που βρίσκεται απέναντί της και διαγωνίως. Το υψόμετρο της μονής είναι 500 μ. και βρίσκεται 200 μ. πάνω από τη κοίτη του Λουσίου. Από τη μονή ως το Λούσιο το τοπίο είναι άγριο και επιβλητικό με πλούσια βλάστηση, ενώ σε αρκετά σημεία υπάρχουν καλλιέργειες της μονής σε διάφορα επίπεδα.
Η ακριβής χρονολογία ιδρύσεως της μονής παραμένει αδιευκρίνιστη. Οι πρώτοι ερευνητές στηριζόμενοι στην παράδοση υποστήριξαν την άποψη ότι η μονή ιδρύθηκε τον 12ο αιώνα. Αργότερα όμως η πλούσια ιστορική έρευνα, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η μονή ιδρύθηκε στα τέλη περίπου του 16ου αιώνα (1500-1600), στη θέση κάποιων ασκητηρίων, από τα πολλά που προϋπήρχαν στο χώρο αυτό από το 12ο αιώνα, τα οποία συνενώθηκαν και σχημάτισαν το κοινόβιο της μονής. Η πνευματική Προσφορά και το έργο της μονής τα πρώτα χρόνια της λειτουργίας της, μας είναι άγνωστα. Οι αρχικοί (κτητορικοί) κώδικες και τα διάφορα έγγραφα της μονής χάθηκαν μεταξύ 1834-1838, περίοδος κατά την οποία υπήρξε μια πρόσκαιρη διάλυση της μονής. Τα λιγοστά έγγραφα που μπόρεσαν και διέσωσαν οι μοναχοί ήταν διάφορα δικαιοπρακτικά έγγραφα της περιόδου 1616-1831 και αφορούσαν αγοραπωλησίες, ενοικιάσεις, αφιερώσεις κτημάτων κ.α. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι τα πρώτα χρόνια λειτουργίας της και για κάποιο χρονικό διάστημα, η μονή ήταν σταυροπηγιακή. Υπαγόταν δηλαδή στο Πατριαρχείο και ήταν ανεξάρτητη από τον τοπικό επίσκοπο. Από τις αρχές του 19ου αιώνα και σε όλη τη διάρκεια της επανάστασης του 1821, η ηθική και υλική προσφορά της μονής ήταν μεγάλη και σημαντική. Η μονή ήταν ένα μικρό κέντρο ανεφοδιασμού των αγωνιστών. Ήταν το οχυρό καταφύγιο όχι μόνο των αμάχων, αλλά και των οικογενειών αρκετών αρχηγών του αγώνα όπως του Κολοκοτρώνη, του Πλαπούτα κ.α. Υπήρξε κέντρο περίθαλψης των τραυματιών, ενώ αρκετοί μοναχοί συμμετείχαν ενεργά στον αγώνα της λευτεριάς.
Το 1834 η μονή, όπως και πάρα πολλά άλλα μοναστήρια που είχαν λιγότερους από 6 μοναχούς διαλύθηκαν και όλα τα περιουσιακά στοιχεία της (ιερά βιβλία, κώδικες, ιερά σκεύη, το λείψανο του Αγ.Αθανασίου Χριστιανουπόλεως κ.α.) μεταφέρθηκαν με τη φροντίδα ειδικής επιτροπής στη Δημητσάνα. Το 1838 με διάταγμα του Όθωνα, δόθηκε η άδεια για την επαναλειτουργία της και της αποδόθηκαν πάλι όλα τα περιουσιακά στοιχεία που της είχαν αφαιρεθεί. Το 1948 την ηγουμενία ανέλαβε ο πανοσιολογιότατος αρχιμανδρίτης π.Θεόκτιστος Αλεξόπουλος. Επί ηγουμενίας του πραγματοποιήθηκαν με τη βοήθεια των ακούραστων μοναχών της μονής σπουδαία και σημαντικά έργα προς όφελος της ομαλής λειτουργίας της μονής.
Στη μονή ο επισκέπτης έχει πρόσβαση από δύο σημεία και μόνο από μονοπάτι. Ο κεντρικός αυτοκινητόδρομος φτάνει μέχρι το εκκλησάκι της Μεταμορφώσεως. Από εκεί ξεκινά μονοπάτι 800 μ. περίπου που οδηγεί στη μονή η οποία ξεπροβάλλει σχεδόν μετέωρη κρεμασμένη στον απότομο βράχο. Η δεύτερη διαδρομή είναι μεγαλύτερη αλλά ιδανική για πεζοπορία, ξεκινάει από τη μονή Φιλοσόφου και φτάνει στη μονή διασχίζοντας το Λούσιο. Η θέση της μονής απρόσιτη στον πολύ κόσμο, ήταν και είναι ιδανική για ψυχική γαλήνη και πνευματική ανάταση. Στο λυκαυγές του 21ου αιώνα η μονή αριθμεί 15 μοναχούς. Στο αρχονταρίκι της, οι φιλόξενοι μοναχοί προσφέρουν την παραδοσιακή τους φιλοξενία με καφέ και γλυκό. Από τον εξώστη η θέα είναι μαγευτική και είναι σίγουρο ότι θα μείνει αξέχαστη.
Πηγή: Ιστοσελίδα Ελληνικό Γορτυνίας