του Γιάννη Ηλ.Νικολακόπουλου.
Η γνωριμία μου με τον «ΑΡΤΟΖΗΝΟ» με παρακίνησε να γράψω δυο λόγια και για την πρώτη επίσκεψη στο χωριό σας, στου Σέρβου.
Φίλοι μου Σερβαίοι, για πρώτη φορά επισκέφτηκα το χωριό σας στις 17 Αυγούστου 1947. Είχα πετύχει στις εισαγωγικές εξετάσεις του γυμνασίου Λαγκαδίων (Ιούλιος 1947) και άρχισα τις αναζητήσεις για .... μεταχειρισμένα βιβλία της Γ΄ τάξεως του τότε οκταταξίου γυμνασίου (σημερινής Α'), γιατί τα καινούργια .. ήθελαν λεφτά ! Και τα λεφτά τότε ήσαν πολύ λίγα!
Έτσι ενεργούσαν και όλα σχεδόν τα παιδιά της περιοχής μας. Όλα... βράζαμε στο ίδιο καζάνι.
Ο πατέρας μου δούλευε σε κάποιο χωριό της Αχαγιάς. (Αν θυμάμαι καλά, Μιχόϊ, το λέγανε), θα 'ρχόταν στο χωριό κατά τις 20 Σεπτεμβρίου, στο τρύγημα των αμπελιών. Και είχαμε καλό αμπέλι που έδινε αρκετό κρασί. Πάνω από 500 μπότσες. (1 μπότσα = 2,560 κιλά). Έπρεπε, λοιπόν, να εξασφαλίσω κάποια βιβλία δανεικά ή με αγορά, ώστε με την έναρξη των μαθημάτων να είμαι έτοιμος για τη ... μάχη της γνώσης! Ένας συμπατριώτης και φίλος μου, ο Γεώργιος Σερεμέτης, που είχε πάει ένα χρόνο ενωρίτερα από μένα στο γυμνάσιο Λαγκαδιών, γνώριζε κάποιον Σερβαίο μαθητή, το Θανάση Μαραγκό, που διέθετε το βιβλίο των αρχαίων Α' γυμνασίου, συγγραφέως Γεωργ. Ζούκη. Με παρακίνησε, λοιπόν, να πάμε στου Σέρβου να τ' αγοράσουμε μισοτιμής, 3-4 δραχμές υπολόγιζε. Μπορεί, μου έλεγε, να το πάρουμε και δωρεάν, μια και ήταν μεταχειρισμένο.
Η Αετοράχη από του Σέρβου απέχει ποδαράτα δυο ώρες περίπου. Ο Γιώργης είχε ξαναπάει και ήξερε τα κατατόπια. Δρόμοι-κατσικόδρομοι. Πήγαμε. Είχαμε, βέβαια, κάτι τσαρουχάκια κι ένα παλιό ζευγάρι παπούτσια, αλλά ο Γιώργης επέμενε να μην χρησιμοποιήσουμε ούτε τα μεν ούτε τα δε. Θα φορούσαμε αυτά που μας ... δώρισε η μάνα μας, όταν γεννηθήκαμε ! Δηλαδή ξυπόλυτοι ! Τι τα θέλουμε να τα φορέσουμε; μου λέει ο Γιώργης. Καλοκαίρι είναι. Καλύτερα ξυπόλυτοι, θα είμαστε και πιο ανάλαφροι. Και επιπλέον δεν θα ιδρώνουν τα πόδια μας και δεν θα βρωμάνε και «Καουτσουκίλα», μια και προέρχονταν από ρόδες αυτοκινήτων !
Εγώ υπάκουσα, παρότι η μακαρίτισσα η μάνα μου επέμενε να φορέσουμε, έστω και τα τσαρουχάκια μας, για να γλιτώσουμε από τις πέτρες-σουβλιά, από τα γκορτσάγκαθα και τις αφαλαρίδες της διαδρομής. Ο Γιώργης την καθησύχασε ότι ο δρόμος είναι πολύ........περπατημένος και δεν θα δυσκολευτούμε. Φοβόταν μόνο τα σκυλιά στους Αράπηδες. Ευτυχώς όμως όταν φθάσαμε στους Αράπηδες ήσαν 2-3 γυναίκες στη βρύση και έτσι δεν μας επιτέθηκαν τα σκυλιά.... Κάποτε φθάσαμε στου Σέρβου. Καθυστερημένα. Γιατί στη διαδρομή πετούσαμε πέτρες για να ιδούμε ποιος θα την πετάξει πιο μακριά. Και κάπου-κάπου κυνηγούσαμε και καμιά γουϊστέρα (σαύρα)...
Μεγάλο χωριό του Σέρβου. Διπλάσιο και τριπλάσιο από το δικό μας σε σπίτια και ανθρώπους. Και πολύ αγναντερό! Αφού στο γυρισμό, ήταν απογευματάκι, πέρα-μακριά, στο Ιόνιο, γυάλιζε η θάλασσα! Αναζητήσαμε το Θανάση το Μαραγκό. Μας υπέδειξαν το σπίτι του. Ευτυχώς ήταν εκεί. Του είπαμε το σκοπό μας, αν και τον είχε προϊδεάσει περί τούτου σε παλαιότερη συνάντηση τους ο Γιώργης, κι εκείνος πρόθυμα μας έδωσε το βιβλίο και μάλιστα δωρεάν. Ακόμη προθυμοποιήθηκε να μας προσφέρει ψωμί και τυρί. Τον ευχαριστήσαμε από καρδιάς. Και περισσότερο εγώ για την ευγενική δωρεά του. Ρωτώντας τώρα τελευταία για το Θανάση, πληροφορήθηκα ότι έχει πεθάνει προ πολλού. Ο θεός ας αναπαύει την ψυχούλα του. Υπήρξε... χορηγός μου !
Εκείνο το βιβλίο του Γ. Ζούκη, δυστυχώς, δεν το χρησιμοποίησα ποτέ. Γιατί από τις αρχές Οκτωβρίου 1947 μέχρι τις 8-9 Μαρτίου 1948 που φοίτησα στην Α' Γυμνασίου, δεν είχαμε καθόλου φιλόλογο καθηγητή. Κι έτσι έμεινε... αδιάβαστο! Ελλείψεις είχαμε και από άλλες ειδικότητες. Στις 8-9 Μαρτίου 1948 έγινε η μάχη στα Τρόπαια και από την ημερομηνία εκείνη μέχρι 8 Μαρτίου του 1949, διακόπηκε και η λειτουργία των γυμνασίων Τροπαίων και Λαγκαδιών, λόγω του εμφυλίου πολέμου και της έκρυθμης κατάστασης που επικρατούσε σ' όλη τη χώρα και ιδιαίτερα στην ύπαιθρο. Μαζί τους διακόψαμε κι εμείς τη φοίτηση μας. Και την επαναλάβαμε σ' ένα χρόνο: Στις 9 Μαρτίου 1949.
Η πρώτη όμως επίσκεψη μου στου Σέρβου είχε πραγματοποιηθεί.