Ήξερα έναν Σαραντόγιαννη
Γνώρισα κι έναν Παναγόγιαννη
Ο ένας ήταν με τουτουνούς
κι ο άλλος με τους αλλουνούς.
Από καιρό και οι δυο είναι πεθαμένοι
Και από το πλήθος αποξεχασμένοι.
Στου δίκιου το ζυγό εζυγιαστήκανε
Και οι δυο τους καταπροδομένοι βγήκανε.
Εκείνους, που το χώμα τούτο αγαπήσανε
Βαλτοί και ανόητοι τους εδολοφονήσανε
Κι άλλοι δοτοί λιγόμυαλοι μας κυβερνήσανε
Αφού με λόγια και τερτίπια μας κοιμήσανε.
(χιμ)