Κάμαρα εξήμιση επί τρία.
Πέντε στενά θαμπά κρεβάτια.
Μπλέ σκούρο φως της νύχτας -η ώρα μία-
…θολά από πυρετό δυο μάτια…
.
Κόκκινα γράμματα «ΗΣΥΧΙΑ».
Στην είσοδο η λευκή ταμπέλα:
«ΘΕΡΑΠΕΥΤΗΡΙΟΝ Η ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ
…διανυκτερεύει απόψε η Στέλλα…
.
Στο δώδεκα η Αθανασία,
δεν έχει μάτι ακόμα κλείσει.
Κάπου έμαθε έχει …λευχαιμία…
…τι αρρώστια νάναι θα ρωτήσει.
.
Στον τρίτο, στο εικοσιτρία
βαραίνει ο ύπνος του θανάτου!
…μας φεύγει ο Αργύρης -η ώρα μία-
…σφίγγει ο γιατρός τα ακουστικά του…
.
Η καθαρίστρια η Στεφανία,
στην καμαρούλα, μαύρο κλάμα.
Στα ξένα ο Κώστας -χρόνια τρία-
…μήνες οχτώ να πάρει γράμμα…
.
Απέναντι στην πολυκατοικία
ο Τέλης έχει πάρτυ -όλη η παρέα-
δώρο του «Ντάντυ». Πήρε δεκατρία,
στους τελευταίους διαγωνισμούς στ΄ αρχαία.
.
Στο ρετιρέ, η Σόφη με τη Λεία,
«κάνουν χαρτάκι»… Θεέ μου τι ρουτίνα!..
…Ε… δεν καταλαβαίνω την μανία
που έχει με το διάβασμα η Μίνα…
.
Ο Σωτηράκης τρομερή αϋπνία.
…γλυκιά κοπέλα η Άννα η νοσοκόμα…
…μικρό το μεροδούλι -ας είναι υγεία-.
Στάθηκε η νύχτα. Μια ώρα ακόμα…
.
Έξω βαθειά κοιμάται η Πολιτεία,
«σ΄όνειρα και αγκαλιές παραδομένη»
(θάλεγε ο ποιητής).
Και κάπου η ώρα μία
στου ρολογιού τους δείχτες καρφωμένη.
.
.(ΧΙΜ)
.