Ο Ελύτης αφιέρωσε στην άνοιξη όσες παρομοιώσεις χωράει ανθρώπου νους, στην Πρώτη Σειρά (Ψαλμός και Ψηφιδωτό για μιαν Άνοιξη στην Αθήνα) από "Τα Ετεροθαλή".

ΠΡΩΤΗ ΣΕΙΡΑ

ΨΑΛΜΟΣ ΚΑΙ ΨΗΦΙΔΩΤΟ
ΓΙΑ ΜΙΑΝ ΑΝΟΙΞΗ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ

Άνοιξη θρύψαλο μενεξεδί
Άνοιξη χνούδι περιστέρας
Άνοιξη σκόνη μυριόχρωμη

    Στ' ανοιχτά χαρτιά και στα βιβλία

    Κιόλας φυσούσε χλιαρό αεράκι

    Με τσιγγάνες που άρπαζε

    Σαν

    Χαρταετούς

    Ψηλά

    Και πουλιά που δοκίμαζαν το νέο τιμόνι τους

Άνοιξη πίκρισμα του σκίνου
Άνοιξη άζωτο της αμασχάλης
Άνοιξη σουσάμι αόρατο

    Από σύρμα που άξαφνα έσυρνε φωτιά
    Στη γωνιά του δρόμου με τις Καρυάτιδες
    Στρίβοντας
    Ένα τραμ
    Εστρίγκλιζε

    Στ' άδεια οικόπεδα η μασιά του ήλιου εσκάλιζε
    Την τσουκνίδα και το σαλιγκαρόχορτο

Άνοιξη μυρμηκιά της μέρας
Άνοιξη αίμα του βολβού
Άνοιξη οπλοπολυβόλο απύλωτο

     Στων ωραίων γυναικών τα χέρια
    Όπου τύχει

    Ριπές

    Θάνατοι

    Εκατομμύρια σπερματοζωάρια

    Στων ωραίων γυναικών τα χέρια

    Τα δυνατά λουλούδια με τον ήλιο μέσα τους

Άνοιξη τσίτι τσιτωμένο

Άνοιξη σφήκα του χεριού

Άνοιξη «μη» «θα μας δούνε» «τέρας»

    Και το τέρας που γύριζε σαν τη λαντέρνα
    Μια παράξενη
    Άλλη
    Γειτονιά

    Και η χούφτα η βάναυση που ακαρτερούσε:
    Χάιντε η ριξιά να βρει το ζάρι της
    Κι η τζαμαρία το θαρραλέο λιθάρι της!

Άνοιξη κρύσταλλο και νίκελ
Άνοιξη παραπάτημα των κήπων
Άνοιξη «Μήνιν άειδε...»

    Θεά! Και τι σγουρά τα σκοτεινά τα μέρη!

    Και τα χείλη τι ζάχαρη βιολέτας!

    Και τι κηπάκι

    Τα λυτά

    Νωπά

    Μαλλιά

    Στην απαλή κοιλιά η ανάσα τι ταξίδι!

Άνοιξη μισοζαλισμένο ερείπιο
Άνοιξη κεφαλή Διός και πέλαγος
Άνοιξη Mercury Air Sedan

    Οι καμπάνες ανοίγανε μακριά

    Στο κενό του γλαυκού κάτω απ'  τα βλέφαρα

    Μια ρουφήχτρα
    Που κατάπινε
    Άσπρα
    Πούπουλα
    Οι ορμόνες της μουριάς κυρίευαν τα ύψη

Άνοιξη μούρο αδάγκωτο

Άνοιξη βιδωτό φιλί

Άνοιξη χάσμα της λιποθυμίας

    Το ντουβάρι ορέγονταν κι αλλά καρφιά

    Στην ώχρα μέσα η μνήμη του Νοσοκομείου ξυπνούσε

    Το τραγούδι που άστραφτε από τις χρυσόμυγες

    Κι έφερνε

    Γύρους

    Χαμηλά

    Στην αυλή με το κόκκινο κι άσπρο πλακάκι

Άνοιξη βούισμα στους κροτάφους
Άνοιξη αμόνι και σφυρί
Άνοιξη πρόσθια καταβύθιση

    Κάποιος απ' τ' ανοιχτό παράθυρο έριχνε

    Λόγια που σπούσαν σαν αμύγδαλα

    Κάκτος

    Κάστωρ

    Κόνδωρ

    Ιέραξ

    Ενώ στ' αντικρινό το Παρθεναγωγείο

Άνοιξη 37 και 2

Άνοιξη Lone Amour και Liebe

Άνοιξη no nein και no

    Τα κορίτσια δάγκωναν στη γομολάστιχα

    Και τινάζανε πίσω το κεφάλι
    Σαν

    Να τραβούσαν
    Έξω

    Του σφαγμένου πετεινού τα σπλάχνα
    Τα κομμάτια τα σπλάχνα μες στα δόντια τους

Άνοιξη δόντι λυσσαλέο
Άνοιξη φούξια του παροξυσμού
Άνοιξη αρτεσιανόν ηφαίστειο

    Κι άλλα κρυμμένα πίσω απ' το φεγγίτη
    Που πάλευαν τις ρόδινες κορδέλες
    Μια στιγμού-
    Λα μόνο
    Τα γυμνά στήθη

    Τα τρεμάμενα σπάρτα μες στους κάμπους
    Όπου ευφραίνονται οι ακρίδες

Άνοιξη σάλτο της ακρίδας
Άνοιξη μήτρα σκοτεινή
Άνοιξη πράξη ακατονόμαστη

Στ' ανοιχτά χαρτιά και στα βιβλία

Μια κηλίδα

Μωβ

Πήγαιν'

Ερχότανε

Τα χυμένα νερά τα γυμνωμένα μέλη

Λάμπανε πίσω απ' το παντζούρι

Άνοιξη άνοιξη σαλπάροντας
Άνοιξη άνοιξη σημαιοστόλιστη
Άνοιξη «αντίο αντίο παιδιά!»

1939

 

(ΕΚΜ)


Εικόνες από το χωριό