Του Μπούζα το γεφύρι είναι, ή μάλλον ήταν γιατί δεν υπάρχει πλέον, ένα φυσικό γεφύρι κάτω από το χωριό στη Γκούρα. Είναι ένα φυσικό στένεμα της Γκούρας, ένα σμίξιμο των βράχων εκατέρωθεν, όπου οι παλιότεροι είχαν προσθέσει κορμούς δέντρων με παράλληλη υποστήριξη από μάντρα στη βάση του, για ασφαλέστερη διέλευση. Εξυπηρετούσε τους κατοίκους στην διακίνηση προς και από Λυσσαρέα, αφού η Γκούρα ήταν πολλές φορές «κατεβασμένη». Καταστράφηκε το 1947 σε βαρυχειμωνιά. Kokkinorahi_MpouzaGefiri_314
.
Γύρω απ' αυτό το γεφύρι λέγονταν πολλές ιστορίες. Στο γιοφύρι λένε «κράτηγε». Πίστευαν δηλαδή ότι ήταν τόπος κατοικίας των διαβόλων ή δαιμόνων. Όπως λέγεται χαρακτηριστικά εκεί είχαν το στρατηγείο τους.  Ίσως γιατί εξυπηρετούσε σκοπιμότητες της εποχής  εξ' αιτίας του γεγονότος ότι δρούσαν κλέφτες και τους βόλευε για να κυκλοφορούν ανενόχλητοι. Ίσως γιατί είναι «σκιαχτερό» μέρος ειδικά το βράδι. Πάντως σε πολλούς είχε φωλιάσει ο φόβος για το πέρασμα στο συγκεκριμένο σημείο τις νυκτερινές ώρες και o θρύλος είχε εξαπλωθεί στην ευρύτερη περιοχή και όχι μόνο.
.
Ο παππούς μου, ο Κωνσταντής ο Λεϊμόνης, μου είχε διηγηθεί μια ιστορία που συνέβη στον ίδιο όταν υπηρετούσε στο στρατό το 1922 κατά τη  Μικρασιατική Εκστρατεία.
Σ' ένα χωριό κοντά στο Εσκί Σεχίρ γνώρισε μια Τουρκάλα πάνω από 100 χρονών που ήξερε για του Μπούζα το Γεφύρι και τα δαιμόνια, αφού η οικογένεια της πριν την Επανάσταση του 1821 κατοικούσε στο Ψάρι και μάλιστα του είπε επιπλέον  ότι στου Ψάρι παραγόταν άφθονο και καλό σιτάρι τον ρώτησε δε για μια συγκεκριμένη καρυδιά αν υπήρχε. Του είπε χαρακτηριστικά:
-Στου Ψάρι είμαστε και αλωνίζαμε τα στάρια. Έφτασαν οι Ρωμιοί από κάτου (εννοώντας από νότια) καβάλα στ΄ άλογα και μας διώξανε!
Μου έχει αναφέρει επίσης ο πατέρας μου, έτσι όπως του είχε διηγηθεί ο Κωνσταντής ο Δρακόπουλος ή Ντάμαλος από τη Λυσσαρέα στη διάρκεια της στρατιωτικής του θητείας  κατά την Μικρασιατική Εκστρατεία, στη Προύσα, παρακολούθησε ένα  ενδιαφέρον περιστατικό ανάμεσα σε μια Ρωμιά και μια Τουρκάλα. Γινότανε ένας άγριος τσακωμός ανάμεσα στις δύο γυναίκες όπου στο τέλος η Ρωμιά αγανακτισμένη είπε στη Τουρκάλα :
-Άει στο διάβολο!
Η Τουρκάλα  απάντησε:
-Να σε πάρει ο διάβολος και να σε πάει στο Μπουζιώτικο  γιοφύρι.
.
Για του Μπούζα το Γεφύρι υπάρχει ένας μύθος που μεταφέρεται από στόμα σε στόμα στο πέρασμα των χρόνων.
Ήταν, λέει,  μια παρέα τσοπαναραίων στα βουνά πάνω από τη Κοκκινοράχη το καλοκαίρι και κοιμόντουσαν δίπλα στα κοπάδια τους. Κάποιος από τη συντροφιά πρότεινε:  
-Ποιος του βαστάει να πάει ‘κεί κάτου στο γιοφύρι να ψήσει ένα αρνί και θα του δώκουμε μια προβατίνα ο καθ'ένας.
Πετάχτηκε ένας θαρραλέος και είπε :
-Εγώ θα πάου!
-Δε πας! του απάντησαν.
-Θα πάου! Συνέχισε.
Όσο τον προκαλούσαν τόσο αυτός επέμενε.
Το πρωί που ξημέρωσε πήγε μάζεψε τα ξύλα, έφτιαξε τη ψησταριά, τη σούβλα και το βράδυ ξεκίνησε το σούβλισμα.
Κάποια στιγμή παρουσιάστηκε ο σατανάς. Κρατούσε ένα σφάρδακλα ( βάτραχο).
Λέει στο τσοπάνη :
-Λίγδωτο και μένα μπραζέρη
Εκείνος έκανε τον αδιάφορο. Ο σατανάς όμως «απάνου του»
Ο τσοπάνης τον «καρτέρηγε».
-Πως σε λένε, ρώτησε ο σατανάς.
-Ράσα βέτα, κάσια βέτα , κάηκα ατός μου, απαντάει.
(Στην γλώσσα των «όξω από δω» σημαίνει κάηκα μοναχός μου.)
Αμέσως  ο τσοπάνης καίει μ' ένα δαυλί τον διάβολο, του δίνει μια σπρωξιά  και τον ρίχνει κάτω από το γεφύρι. Σήκωσε τη σούβλα με το αρνί, την έβαλε στον ώμο και έτρεξε προς τα πάνω,  στο βουνό. Ο διάβολος φώναζε κάτω στο γεφύρι. Οι σύντροφοι του τον ρωτούσαν τι έπαθε.
-Κάηκα ατός μου! Κάηκα ατός μου! Φώναζε αυτός.
-Αφού κάηκες μοναχός σου καλά να πάθεις!, του απάντησαν οι άλλοι.
(Ο διάλογος αυτός δεν μας θυμίζει από το έπος της  Οδύσσειας τη περιπέτεια του Οδυσσέα με τον Πολύφημο που τον τύφλωσε και εκείνος φώναζε ότι τον τύφλωσε ο Κανένας;)   
Τελικά κατάφεραν να συνεννοηθούν και έτρεξε «ολόκληρο σύνταγμα δαιμόνων με τους στρατηγούς του» κατά τα λεγόμενα των παλαιοτέρων για να προλάβουν τον τσοπάνη.Τον έφτασαν κοντά στην εκκλησία την Παναγία που γιορτάζει στις 23 Αυγούστου, εκεί που γίνεται το πανηγύρι. Κατατρομαγμένος όπως ήταν, παρακαλούσε την Παναγία έξω  ακριβώς από την πόρτα της εκκλησίας:
-Παναγιά μου κάνε το θαύμα σου, άνοιξε τη πόρτα κι εγώ στη χάρη σου θα προσφέρω  σαράντα προβατίνες «στερφομηλιώρες» (τις εκλεκτότερες).
Τότε έγινε κάτι φοβερό, κάτι σαν σεισμός. « Γύρισε ο κόσμος τ' ανάποδα».
«Σείστηκε ο τόπος». Οι σατανάδες εξαφανίστηκαν και ο τσοπάνης γλύτωσε. Στη γιορτή της Παναγίας, εκπλήρωσε το τάμα του. Πήγε τις 40 καλύτερες προβατίνες και άρχιζε να σφάζει. Μόλις έφτασε στις 9 προβατίνες, το μαχαίρι  λύγισε. Πήρε δεύτερο και τρίτο μαχαίρι  όμως είχαν την ίδια τύχη. Θεώρησε ότι ήταν θέλημα της Παναγίας να σταματήσει. Έκανε το σταυρό του και την ευχαρίστησε.
Το μύθο αυτό κατέγραψα έτσι όπως τον άκουσα από τον πατέρα μου  Μήτσιο Διαμαντόπουλο ή Λεϊμόνη και Γιώργο Αθαν. Θανόπουλο.
.
 Μαρίνα Διαμαντοπούλου-Τρουπή
.

Εικόνες από το χωριό

 

Newsflash - Ξέρετε ότι...

Η διάνοιξη του δρόμου από τον Αγιώργη το Σαρά μέχρι το χωριό, μήκους 12 χιλιομέτρων έγινε το 1950. Οι Σερβαίοι διέθεσαν τις μερίδες τους από τη βοήθεια της UNRA που πουλήθηκαν για να συγκεντρωθούν χρήματα για την μπολντόζα. Επίσης δούλεψαν προσωπική εργασία όλοι οι ενήλικες του χωριού. Οι Αραπαίοι, επειδή είχαν να περπατήσουν μια ώρα παραπάνω από τους Σερβαίους, για να φθάσουν από το σπίτι τους στο έργο και μία να γυρίσουν, κοιμόσαντε το βράδυ εκεί που δούλευαν.