.

Η περίοδος της κατοχής και του εμφυλίου στη χώρα μας (δεκαετία 1940), είναι από τις πλέον δραματικές φάσεις της ζωής των Ελλήνων, στη νεότερη ιστορία αυτού του Τόπου.

Στη δική μας περιοχή και στο δικό μας χωριό, τα πράγματα δεν ήσαν τόσο δραματικά, όσο στις μεγάλες πόλεις, που οι άνθρωποι πέθαιναν από την πείνα, ούτε ο εμφύλιος έλαβε τις διαστάσεις που έλαβε σε άλλες περιοχές, κυρίως στη Β. Ελλάδα.

Η αντικειμενική, κατά το δυνατόν, καταγραφή των όποιων γεγονότων εκείνης της περιόδου και για το δικό μας χωριό, είναι προφανώς το ζητούμενο, τόσο για ιστορικούς λόγους, όσο και για λόγους απόδοσης δικαιοσύνης. Και αυτό, παρόλο που έχουν περάσει δυο γενιές από τότε και πολλά πράγματα έχουν ξεχαστεί, ή έχουν «ξεθωριάσει».

Όμως, για μας τους μεγαλύτερους πατριώτες, που ως παιδιά βιώσαμε εκείνη την εποχή, πολλά πράγματα έχουν καταγραφεί βαθειά στη μνήμη μας (σαν σε DNA) και ποτέ δεν ξεχνιούνται. Εμείς δεν μεγαλώσαμε με τα παραμύθια που λέμε σήμερα στα παιδιά και στα εγγόνια, αλλά με τα μοιρολόγια των μανάδων μας και τα μνημόσυνα για τους χαμένους συγγενείς. Γι αυτό και το ενδιαφέρον μας είναι πραγματικό και ξεχωριστό, για ότι συνέβη τότε. Ζητάμε την κατανόηση των νεότερων, που αναφερόμαστε σε τόσο «απομεμακρυσμένα» γεγονότα.

Πρόσφατα δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα του Συνδέσμου servou.gr συνομιλία δύο πατριωτών στο facebook (σύνδεση στο τέλος του άρθρου), σχετικά με 2 πατριώτες που θεωρούνται αγνοούμενοι εκείνης της περιόδου.

Με αφορμή αυτή τη συνομιλία, ο πατριώτης Γ. Δ. Βέργος μας έστειλε τη δική του σχετική άποψη, για τρεις πατριώτες, με όσα ο ίδιος γνωρίζει, κυρίως από πληροφορίες του πατέρα του και όχι μόνο. Θεωρούμε χρέος να τη δημοσιεύσουμε, ως συμπλήρωμα του προηγούμενου άρθρου.

Είναι αυτονόητο πως όσο περισσότερες πληροφορίες υπάρχουν για κάποιον «αγνοούμενο», πατριώτη ή μη, τόσο ποιο πολύ προσεγγίζεται η αλήθεια. Κάθε καταγραφή άποψης, προφανώς και είναι σεβαστή, αρκεί αυτός που την εκφράζει να μην την θεωρεί ως «μία και μοναδική». Όσο περισσότερα  αντικειμενικά/αδιαμφισβήτητα στοιχεία διαθέτει, τόσο το καλύτερο.

Χ. Ι. Μαραγκός

………………………………………………………………

Στην επιστολή του ο Γ. Βέργος αναφέρει για τους 3 πατριώτες:  

1.     Για τον Χ. Τρουπή:

«…θυμάμαι τον αείμνηστο πατέρα του, τον μπάρμπα-Νικόλα, που όσο ζούσε αγνοούμενο τον έλεγε, όπως και όλοι οι πατριώτες στο χωριό, αγνοούμενο τον θεωρούσαν. Επίσης ο στρατηγός Χρήστος Αθ. Μαραγκός, ως αγνοούμενο τον αναφέρει, στη αναφορά που κάνει…» 

  

ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ Γ      2.Για τον Γεώργιο Ι. Κλεισούρα:

«…Ο Γιώργης ήταν συνομήλικος του πατέρα μου και ήσαν πολύ καλοί φίλοι. Επιστρατεύτηκαν τον Σεπτέμβριο του 1946 και πέρασαν μαζί επιτροπή στην Αθήνα. Ο πατέρας μου κρίθηκε βοηθητικός και επέστρεψε στο χωριό, ενώ ο Γιώργης κατατάγηκε στο στρατό.

Γύρω στο 1955 (18 χρονών ήμουνα τότε) είχα πάει με τον πατέρα μου στο πανηγύρι στο χωριό Ράφτη της Αγίας Παρασκευής, με εμπορεύματα. Όταν σχόλασε η Εκκλησία ήρθε ένας παπάς και χαιρέτησε τον πατέρα μου. Αν θυμάμαι καλά το όνομά του ήταν Μαθιόπουλος από τη Ριζοσπηλιά (Στρούζα). Ο πατέρας μου τον γνώρισε αμέσως, παρόλο που δεν τον είχε συναντήσει ως παπά, γιατί υπηρετούσαν μαζί στρατιώτες το 1938 στην Τρίπολη, μαζί και με τον Γεώργιο Κλεισούρα. Ήσαν φίλοι και οι τρεις.

Αφού είπαν τα δικά τους, ρωτάει κάποια στιγμή τον πατέρα μου ο παπάς επί λέξει (το άκουσα με τα αυτιά μου):

 

-Τι κάνει αυτή η δύστυχη η μάνα του Γιώργη, ρε Μήτσιο;

Ο πατέρας μου του απάντησε:

-Τι να κάνει, εκεί περιμένει το παιδί της να γυρίσει.

Κούνησε το κεφάλι ο παπάς και του λέει:

-Ακόμη δεν το συνειδητοποίησε ότι σκοτώθηκε;

Όλοι, του λέει ο πατέρας μου, τον καρτερούν στο χωριό.

-Άκουσε ρε Μήτσιο, τουαπαντάει ο παπάς.

 

 

-Εγώ με το Γιώργη είμαστε μαζί στον ίδιο λόχο, και πήγε η διμοιρία μας να κάνει περιπολία, και πέσαμε σε ενέδρα. Ήτανε μια ρεματιά με πολλά πλατάνια. Εμείς κρυφτήκαμε μέσα στα δέντρα, ενώ το Γιώργη και έναν ακόμη τους πιάσανε και τους είπαν να βρούνε κι εμάς.

Αυτοί άρχισαν να φωνάζουν τα ονόματά μας, αλλά εμείς φυσικά δεν βγήκαμε από τους κρυψώνες μας. Αφού άδικα περίμεναν να βγούμε, τους σκότωσαν μπροστά από την κρυψώνα μας, τον είδα το Γιώργη με τα μάτια μου.

Γι’ αυτό, πείτε της της φουκαριάρας να μην να τον περιμένει…

ΚΛΕΙΣΟΥΡΑΣ Γ.

Τρίπολη 1937. Σερβαίοι νεοσύλλεκτοι

Πάνω σειρά όρθιοι, από αριστερά: Γ. Κλεισούρας,

Μ. Δημόπουλος, Κ. Γεωργακόπουλος, Θ. Μπόρας και Στ. Βέργος.
Στη μέση καθιστοί: Ν. Βέργος, ο πατέρας μου Δ. Βέγος και Κ. Δημόπουλος.
Στην κάτω σειρά ο Μ. Κωνσταντόπουλος.

Ο πατέρας μου, με θλιμμένο το πρόσωπο, κούνησε το κεφάλι του και κάτι είπε από μέσα του…

Όταν χάθηκε ο Γιώργης Κλεισούρας πρέπει να ήταν καλοκαίρι του 1948.

   Όταν γυρίσαμε στο χωριό, ο πατέρας μου είπε το συμβάν στον αείμνηστο μπάρμπα-Γιάννη Μπόρα, (Μπορόγιαννη), που ο Γιώργης ήταν κουνιάδος του.

και αυτός του απαντάει:

 

-Αχ ρε Μήτσιο,

το ξέρω ότι δεν ζει, αν ζούσε έχουν περάσει έξι-εφτά χρόνια θα είχαμε κάποιο σημάδι, από Ερυθρό Σταυρό, από ραδιόφωνο, από κάπου τέλος πάντων,

τώρα τι να της πούμε;

ας περιμένει…

καλύτερα θα είναι έτσι.

Σχετικά με την αναφορά του Ηλ. Μπόρα, για πληροφορίες από τον πατριώτη μας Σωτήρη Μπόρα, (να είναι καλά ο άνθρωπος στην Αυστραλία που ζει), καλό θα ήταν να μας στείλει μια σχετική επιστολή, με λεπτομέρειες, για ότι ξέρει, μιας και έχει επικοινωνία με το Σύνδεσμο…

ΣΧΙΖΑΣ Ν.3.     Για τον Νικόλα Πέτρου Σχίζα:

   Μην ξεχνάμε ότι είχαμε και δεύτερο αγνοούμενο στον εμφύλιο. Τον Νικόλα Πέτρου Σχίζα, που στρατεύτηκε αρχές του 1949.

Υπηρετούσε στο Γράμμο, που έγιναν οι πιο σκληρές μάχες, και δεν έδωσε κανένα πραγματικό σημείο ζωής.

Όπως με πληροφόρησε ο αδερφός του Παναγής, ο Νικόλας πιάστηκε αιχμάλωτος στις 13 Μαΐου του 1949 και είχαν «κάποιο μήνυμα» τον Ιούνιο του ίδιου χρόνο, που πιθανώς δεν ήταν από τον ίδιο.

Για την οικογένειά του, ο αγνοούμενος Νικόλας, ήταν διπλό χτύπημα, αφού ο πατέρας του (αείμνηστος Πέτρος Σχίζας) ήταν ένας από τα τρία αδέρφια που σκοτώθηκαν στον Άραξο, από τους βομβαρδισμούς των Ιταλών στο αεροδρόμιο, όπου δούλευαν.

   Αυτά είχα να γράψω, για τους πατριώτες μας που έχασαν τη ζωή τους σε εκείνη την περίοδο.

Ας είναι αιωνία η μνήμη, όλων των αγνοουμένων και αδικοχαμένων πατριωτών, στους διάφορους πολέμους».                                                                    

                                                                                                                                                                                                                   Γεώργιος Δ. Βέργος, Δεκέμβριος  2019. 

.

ΔΥΟ ΣΕΡΒΑΙΟΙ ΓΝΟΟΥΜΕΝΟΙ;                                                  


Εικόνες από το χωριό

 

Newsflash - Ξέρετε ότι...

Το 1952 εκδηλώθηκε επιδημία τύφου στο χωριό. Οι υγειονομικές αρχές τότε θεώρησαν σαν αιτία της μόλυνσης τις κορύτες στις βρύσες και στα πλαίσια των έργων εξυγίανσης αντικατέστησαν τις καλαίσθητες πέτρινες πελεκητές κορύτες με ακαλαίσθητους μεταλλικούς σωλήνες. Δεν τους πέρασε από το μυαλό ότι το νερό θα μπορούσε να είχε μολυνθεί από το πέρασμά του κάτω από αυλές και σπίτια, αφού οι βρύσες ήταν σε σημείο χαμηλότερο από τα σπίτια. Το υδραγωγείο που έφερε καθαρό νερό από την Κοκκινόβρυση έγινε αργότερα, το 1959.