Με φίλησες, σε φίλησα, εκλαίγαμε κι΄οι δύο
σαν ήχησε του χωρισμού η κόρνα από το πλοίο.
Και με λυγμούς ψελλίσαμε ένα πονεμένο αντίο.
Μου είπες πως θα΄ρχόσουνα και τ΄άλλο καλοκαίρι
να περπατάμε συντροφιά, πιασμένοι χέρι-χέρι.
Μα πρόλαβα το όνειρο, της μοίρας το χαμπέρι
για κάθε καλοκαίρι...
Όμως θαρρώ ότι καρτερείς, στ΄ανήλια όπου ΄σαι μέρη,
το αιώνιο να βαδίσουμε, δικό μας καλοκαίρι,
Ερμής όταν με φέρει.
Αθ. Γκούτης