Νιότη που μόλις άνοιξε τα κρινοπέταλα της
και που γλυκολικνίζεται σ΄όνειρα ελκυστικά,
πανέμορφο κι΄ αυθόρμητο τ’ αγνό φτερούγισμα της,
ανθόσπαρτος ο δρόμος της κι’ όλα γιορταστικά.
Νιότη πού μόλις άνοιξε τα κρινοπέταλά της
τρέμω ατη σκέψη πώς μπορεί ποτέ να μαραθούν.
Βόηθα, Θέ μου, μη σπάσουνε τ' ανέγγιχτα φτερά της
κι΄ οι ελπίδες μου χαθούν...