Όσοι παρευρεθήκαμε στον εσπερινό της παραμονής της Παναγίας,  στο χωριό μας,  θα θυμόμαστε για πολλά χρόνια τη μεγαλοπρέπεια και το τυπικό της ιεροτελεστίας που για πρώτη φορά νομίζω τελέστηκε στο χωριό μας με τόση λαμπρότητα. Εγώ τουλάχιστον δεν θυμάμαι να είχε τελεστεί ο εσπερινός της παραμονής με τέτοια μυσταγωγία, με στολισμό του επιταφίου, με την περιφορά του και όλο το τυπικό που ακολούθησαν οι ιερωμένοι.

Η όλη οργάνωση και εκτέλεση της ιεροτελεστίας ασφαλώς οφείλεται στις ενέργειες του πατέρα Θεοφύλακτου και του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου. Νομίζω ότι το εκκλησίασμα έχει εκφράσει την ευαρέσκειά του στους συντελεστές αυτής της ανεπανάληπτης ,για τα δεδομένα του χωριού μας, εκκλησιαστικής λειτουργίας.

Η ιδέα και η πρωτοβουλία του πατέρα Θεοφύλακτου να καλέσει τους τρείς ιερομονάχους από το Άγιο Όρος να συλλειτουργήσουν είναι ίσως η βασική συνιστώσα της μεγαλοπρέπειας με την οποία τελέστηκε η λειτουργία του εσπερινού και του παρακλητικού κανόνα. Είναι γνωστό ότι στο Άγιο Όρος τιμάται η Παναγία με ιδιαίτερο τυπικό αφού όλο το Όρος είναι αφιερωμένο στην Θεοτόκο. Είναι το περιβόλι της Παναγίας.

Οι Αγιορείτες μοναχοί και ιδιαίτερα ο επικεφαλής τους αρχιμανδρίτης με τη μουσικότητα της φωνής του και την όλη παρουσία του απέδωσε την ιερή υμνολογία με βυζαντινή μεγαλοπρέπεια. Ο στολισμός του επιταφίου, η μυρωδιά του θυμιάματος κι ο ψαλμός των εγκωμίων της Θεοτόκου που εξυμνεί την μεγαλοψυχία και φιλευσπλαχνία της Παναγίας, το περιβάλλον μέσα στην εκκλησία με τέσσερες ιερείς να ψάλουν και να ιερουργούν οι ίδιοι, δημιούργησε μια πρωτόγνωρη μελαγχολική μεγαλοπρέπεια.

Το υψηλό περιεχόμενο των νοημάτων του παρακλητικού κανόνα και των εγκωμίων ενίσχυσε το θρησκευτικό συναίσθημα των εκκλησιαζομένων που ο καθένας στην προσευχή του, ασφαλώς είχε ένα λόγο να παρακαλέσει την Παναγία να σταθεί αρωγός για να ξεπεράσει τις δυσκολίες της ζωής του.

Μετά την περιφορά του επιταφίου εντός του ναού, και την καμπάνα να κτυπά πένθιμα με ιδιαίτερη ευλάβεια οι εκκλησιαζόμενοι προσκύνησαν το ιερό «ομοίωμα του σκηνώματος» της Παναγιάς. Ο καθένας μας αυθόρμητα γονάτιζε μπροστά στον επιτάφιο και την εικόνα της Θεοτόκου και αυτή η κίνηση είναι η πιο αβίαστη μεταφυσική διάσταση της ψυχής μας.

Η κατανυκτική αγάπη του λαού μας ιδιαίτερα προς την Παναγία, η στοργική αφοσίωση του ορθόδοξου Έλληνα στη Θεοτόκο είναι ανάλογη προς την άπειρη στοργή που ξεχειλίζει από τα μάτια Εκείνης προς όλο τον κόσμο. Η ψυχή του λαού μας είναι στενά συνδεδεμένη με το μυστήριο το οποίο δημιουργούν, για την Παναγία, οι θρύλοι και οι ιστορίες γύρω από τα θαύματα και τους τόπους λατρείας.

«Ταίς πρεσβείες της Θεοτόκου…» ψάλει ο παππάς και όλοι αισθανόμαστε την ανάγκη να καταφύγουμε προσευχόμενοι στην Παναγία, να μεσολαβήσει στον Υιό της για να μας  προστατεύσει  από τους τόσους κινδύνους που μας περιβάλλουν. 

Στην διάρκεια του εσπερινού και μετά την παράκληση έγινε αρτοκλασία με ιδιαίτερο τυπικό και όταν έψαλαν οι ιερείς το «πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν» σε όλους φαντάζομαι πέρασε από το μυαλό: ότι ο ψαλμός αυτό παραπέμπει στην σημερινή πραγματικότητα που βιώνει η Ελληνική κοινωνία. Σε πολλούς από μας ένας κόμπος κατέβηκε στο λαιμό μας με πίκρα. Ένα κρυφό δάκρυ για τη συμφορά που μας βρήκε.

Μετά το τέλος του εσπερινού έγινε περιφορά του επιταφίου μέχρι της Ζαχαρούς,  ακριβώς εκεί που τελειώνουν τα σπίτια. Με τους ψαλμούς των ιερωμένων και την μυρωδιά του θυμιάματος επιστρέψαμε στην εκκλησία, πήραμε τον άρτο και ευχηθήκαμε μεταξύ μας και του χρόνου να αξιωθούμε να παρευρεθούμε όλοι μαζί στο χωριό μας και να γιορτάσουμε την μνήμη της Παναγίας.

Είναι στη φύση του ανθρώπου, μέσα στην μηδαμινότητα του,  να έχει την  ανάγκη, κάποια στιγμή, της φανταστικής προστασίας ισχυρής και μυστηριώδους  έτσι καταφεύγουμε, όσοι πιστεύουμε, σε ένα ξαφνικό κίνδυνο και επικαλούμεθα το όνομα ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ ! 

                                                                                      Η.Κ.Θαρρετός
 

Σχετικό video παραγωγής Νίκου Αρ. Τρουπή 

  


Εικόνες από το χωριό

 

Newsflash - Ξέρετε ότι...

Το Δημοτικό Σχολείο άρχισε να χτίζεται τον Αύγουστο του 1936. Επειδή τότε δεν πήγαινε αυτοκίνητο στου Σέρβου, τα τσιμέντα τα κουβάλησαν με μουλάρια από τα Λαγκάδια. Τις σιδερόβεργες όμως για την πλάκα, λόγω του μήκους τους και της φύσης του μονοπατιού δεν μπορούσαν να τις φορτώσουν στα ζώα και γι' αυτό τις κουβάλησαν οι Σερβαίοι στον ώμο από τα Λαγκάδια. Οι εργασίες σταμάτησαν λόγω του πολέμου και συνεχίστηκαν μετά το 1949. Οι αίθουσες του σχολείου άνοιξαν για τους μαθητές το 1954.