Γ. Δ. Βέργου
Σκέφτηκα να περιγράψω περιληπτικά κάποια πράγματα από τη ζωή στο χωριό τις δεκαετίες 1940 και 1950, που ως παιδί έζησα έντονα και θυμάμαι πολύ καλά. Θα περιγράψω σε χωριστά άρθρα.
1) Τη διαρρύθμιση και τη λειτουργία που είχαν τα σπίτια στο χωριό.
2) Τι έτρωγαν τα παιδιά και οι οικογένειες.
3) Ποιες ήσαν οι τιμές των προϊόντων κα των ημερομισθίων
Άρθρο 1. Τα σπίτια στο χωριό.
Το χωριό μας σήμερα έχει περίπου 230 σπίτια. Τα περισσότερα έχουν χτιστεί πριν το 1930. Πολλά από αυτά σήμερα έχουν επισκευαστεί, με διάφορες προσθήκες. Μετά το 1980 έχουν κτισθεί περί τα 25 καινούρια σπίτια. Όπως γράφει και ο Ηλίας Χειμώνας στο άρθρο του "ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΤΩΝ ΣΠΙΤΙΩΝ" το πλείστον των σπιτιών του χωριού είχε υπόγειο (θόλος), ισόγειο (κατώγι) και πάνω όροφο (κύρια κατοικία).
Α) Το υπόγειο, που είχε μορφή συνήθως θόλου, ήταν ένα είδος αποθήκης και εκεί έβαζαν τα βαγένια για το κρασί και τα αγροτικά εργαλεία. Όσα σπίτια δεν είχαν υπόγειο έβαζαν αυτά τα εργαλεία στο κατώγι.
Β) Το κατώγι χρησίμευε κυρίως για τα ζώα. Οι περισσότερες οικογένειες είχαν 1-2 μουλάρια ή γαϊδούρια, 3-5 κατσίκες, 10-15 κότες και ένα γουρούνι. Τ ο γουρούνι το αγόραζαν το Μάρτιο ή το αργότερο τη Μεγάλη Πέμπτη, στο πανηγύρι στα Λουτρά της Ηραίας. Λίγοι το έσφαζαν τα Χριστούγεννα, ενώ οι πολλοί τις Απόκριες. Όσοι είχαν αρκετό καλαμπόκι και το τάιζαν μπορούσε να ζυγίζει μέχρι και 130 κιλά. Σε μια άκρη του κατωγιού υπήρχε η πλώχτη, που αποθήκευαν τα άχυρα και δίπλα υπήρχε το παχνί, που έριχναν τα άχυρα να φαν τα ζώα. Σε άλλη γωνιά του κατωγιού έβαζαν λίγα ξύλα "κούτσουρα" για το τζάκι, για τις περιπτώσεις που υπήρχαν πολλά χιόνια ή βροχές. Τα πολλά ξύλα τα έβαζαν στην αυλή, ή αν είχαν κάποιο υπόστεγο. Σε μια γωνιά της αυλής υπήρχε το κοτέτσι και σε κάποιο σημείο ο φούρνος. Σε κάποιο άλλο σημείο υπήρχε συνήθως το αποχωρητήριο. Στην αυλή κυκλοφορούσαν συνήθως όλα τα ζώα και μπορεί κανείς να φανταστεί την "καθαριότητα" και την "ευωδία" του χώρου.
Γ) Η κύρια κατοικία είχε διαστάσεις συνήθως 5,5 μέτρα πλάτος και 10-12 μέτρα μήκος. Σε λίγα σπίτια ο χώρος αυτός ήταν σοβατισμένος και πριν το 1950 σπάνια έβλεπε κανείς τζάμια στα παράθυρα. Η διαρρύθμιση ήταν περίπου η εξής: Στο πάνω μέρος (5,5 επί 2,5 μέτρα) ήταν το χειμωνιάτικο με το τζάκι, στη μέση ήταν το γκιλέρι και στο κάτω μέρος ήταν "η σάλα" (5,5 επί 5,0 μέτρα), που συνήθως έβγαζε σε μπαλκόνι. Μπροστά από το γκιλέρι υπήρχε διάδρομος προς την εξώπορτα και τους άλλους χώρους. Στο γκιλέρι υπήρχαν κασόνια για τα σιτηρά και συνήθως το "βαρελοστάσι", όπου έβαζαν το βαρέλι για το πόσιμο νερό. Σε λίγα σπίτια μεταξύ γκιλεριού και σάλας υπήρχε μια μικρή αποθήκη ή καμαρούλα για ύπνο. Αν το σπίτι δεν ήταν χωρισμένο (μεσάντρα) το χώριζαν με τα κασόνια και με μπαούλα (σ΄αυτά έβαζαν μέσα ρούχα).
Χρήση των χώρων της κύριας κατοικίας
Πριν το 1950, κανονικά κρεβάτια σπάνια έβλεπε κανείς στο χωριό. Συνήθως έφτιαχναν ένα κρεβάτι με τρίποδα και τάβλες, που το έβαζαν στη σάλα για το αντρόγυνο. Ο παππούς και η γιαγιά κοιμόντουσαν συνήθως στη μια πλευρά του χειμωνιάτικου (παραγώνι), ενώ στην άλλη κοιμόντουσαν τα μικρότερα παιδιά, όλοι κάτω που κάποιες φορές δεν είχε ούτε καν πάτωμα. Τα μεγαλύτερα παιδιά (10-12 χρόνων) κοιμόντουσαν στη σάλα, κάτω στο πάτωμα και τα ακόμη μεγαλύτερα "οι τολμηροί" (18-20 χρονών) πάνω σε κάποιο κασόνι, που είχε πλάτος συνήθως 1 μέτρο και μήκος 2 μέτρα. Τα ρούχα που χρησιμοποιούσαν για τον ύπνο ήταν "σαΐσματα" από μαλλί κατσίκας για στρώμα (έφτιαχναν και στρώματα με "πούσια"), "μπατανίες", κουβέρτες χειροποίητες-μάλλινες και διάφορα πλεχτά για μαξιλάρια κλπ. Μετά το 1950 άρχισαν να χρησιμοποιούν σεντόνια και κανονικά μαξιλάρια. Αυτό το "στριμωξίδι" τόσων ανθρώπων σε τόσο μικρό χώρο, δεν ήταν όλο το χρόνο, γιατί τον περισσότερο καιρό ο παππούς, ο πατέρας και τα μεγαλύτερα παιδιά έλειπαν για μαστοριά στη Μεσσηνία (Μεσσένια) και σε άλλες περιοχές της Ελάδος.
.
Ο ρόλος των γυναικών και των παιδιών.
Οι γυναίκες στο χωριό είχαν όλη σχεδόν τη φροντίδα για τις δουλειές του σπιτιού, το μεγάλωμα των παιδιών, τη φροντίδα των ζώων και την απασχόληση με πολλές μικρές αγροτικές δουλειές, σε κήπους και χωράφια.
Τα παιδιά, μετά το σχολείο -δεν πήγαιναν και κάθε μέρα, ιδίως τα κορίτσια- έκαναν διάφορες δουλειές στο σπίτι, βόηθαγαν τη μάνα στην ανατροφή των μικρότερων παιδιών, έφερναν νερό από τις βρύσες (Δημοκοίτη, Λεύκο, Τρανηβρύση, Μήτρου και Βεργαίικη), πήγαιναν με τις γίδες και έφερναν και καμιά κλάρα "κλαρί" κλπ Στα μέσα της δεκαετίας του 1950 στο δημοτικό σχολείο του χωριού ήσαν περίπου 180 παιδιά. Στο γυμνάσιο (στα Λαγκάδια) πήγαιναν λίγα παιδιά. Τη σχολική χρονιά 1949-1950, 20 παιδιά πήγαιναν στο γυμνάσιο Λαγκαδίων και 2 στη Δημητσάνα. Σύντομα ο αριθμός αυξήθηκε και το 1955 τα γυμνασιόπαιδα πρέπει να ξεπερνούσαν τα 100 σε Λαγκάδια και Δημητσάνα. Παρόλες τις δυσκολίες της ζωής στο χωριό εκείνες τις δεκαετίες, πολλά παιδιά κατάφεραν όχι μόνο να τελειώσουν το γυμνάσιο αλλά και να προχωρήσουν τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο και πολλά άλλα κατάφεραν να γίνουν επιτυχημένοι επιχειρηματίες κλπ.
.
(XIM_3/2/10)
.