Αναμνήσεις από τον εορτασμό του Πάσχα στο χωριό, στις δεκαετίες 1950 και 1960.

Γεώργιος Δ. Βέργος

Δυο-τρεις μέρες πριν την Κυριακή των Βαΐων, όσοι είχαν παντρευτεί στο χωριό τη χρονιά που πέρασε (από Πάσχα σε Πάσχα), πήγαιναν και μάζευαν βάγια, σε κάποια βράχια του χωριού.

Οι γυναίκες την κουβαλούσαν ζαλιά στο χωριό και το Σάββατο του Λαζάρου την πήγαιναν στην εκκλησία, όπου μαζί με τον παπά την έκοβαν σε μικρά κομματάκια.

Την επόμενη μέρα, Κυριακή των Βαΐων, μετά τη λήξη της λειτουργίας, ο παπάς έδινε από ένα κομματάκι (μαζί με το αντίδωρο) σε κάθε πιστό. Το βράδυ της Κυριακής γινόταν η ακολουθία του Νυμφίου, που την παρακολουθούσαν όλα σχεδόν τα παιδιά και πολλές γυναίκες.

Σπάνια έβλεπες άντρες. Την ίδια εικόνα παρουσίαζε η εκκλησία και τα βράδια της Μεγάλης Δευτέρας, Τρίτης και Τετάρτης. Τη Μεγάλη Πέμπτη η εικόνα άλλαζε, γιατί είχαν γυρίσει οι άντρες από τη μαστοριά και η εκκλησία ήταν ασφυκτικά γεμάτη.

Την Μεγάλη Παρασκευή η μέρα άρχιζε από το πρωί με το στολισμό του επιταφίου. Πρωταγωνιστούσαν σε αυτή την εκδήλωση τα αγόρια αλλά καιλίγες κοπέλες πουδεν ήσαν απασχολημένες με τις δουλειές του σπιτιού. Το βράδυ της Μ. Παρασκευής τα παιδιά έψαλαν στην εκκλησία τα "εγκώμια", χωρισμένα δεξιά και αριστερά σε αγόρια και κορίτσια. Ακολουθούσε η περιφορά της εικόνας μέχρι την Αγία Παρασκευή, αρκετές φορές μάλιστα υπό βροχή.

Μέχρι το 1964 που έγιναν τα εγκαίνια στην κάτω εκκλησία (Κοίμησης Θεοτόκου), όλες οι θρησκευτικές εκδηλώσεις γίνονταν στην πάνω εκκλησία (Ζωοδόχο Πηγή). Ο φωτισμός του δρόμου από το σπίτι στην εκκλησία και αντίστροφα γινόταν συνήθως με το λαδοφάναρο, που δεν έλειπε από κανένα σπίτι. Πολλά παιδιά άναβαν και κομμάτια από λάστιχο, που πέταγαν οι τσαγκάρηδες από τις σόλες, που έβαζαν στα παπούτσια. Κάποια ποιο ζόρικα παιδιά έφτιαχναν αυτοσχέδιους πυρσούς. Έδεναν ένα κουτί από κονσέρβα στην άκρη ενός ξύλου και έβαζαν μέσα ρετσίνι που το άναβαν. Η βρώμα και ο καπνός που έβγαζε αυτό το κατασκεύασμα ήταν χαρακτηριστικά. Αριά και που έβλεπες και κανένα χάρτινο φαναράκι με κερί. Φακός με μπαταρία, σε παιδιά κάτω των 18 χρονών ήταν αδιανόητο, εκείνα τα χρόνια.

Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου γινόταν μια τυπική λειτουργία, που την παρακολουθούσαν αυτοί που, λόγω πένθους, δεν θα πήγαιναν το βράδυ στην Ανάσταση. Την ημέρα αυτή έσφαζαν και όλοι σχεδόν στο χωριό το κατσικάκι τους (σπάνια αρνί). Αυγά μέχρι το 1952 δεν θυμάμαι να έβαφε κανείς. Το βράδυ του Μ. Σαββάτου γινόταν η Ανάσταση. Η καμπάνα χτυπούσε στις 1-2 τη νύχτα μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1950. Η εκκλησία ήταν ασφυκτικά γεμάτη και ο κόσμος παρέμενε μέχρι το τέλος της λειτουργίας και όλοι σχεδόν κοινωνούσαν. Μετά το 1955 η καμπάνα χτυπούσε στις 11 το βράδυ, αλλά ο κόσμος παρέμενε πάλι στην εκκλησία μέχρι το τέλος της λειτουργίας και κοινωνούσε. Μετά την εκκλησία ο κόσμος επέστρεφε στα σπίτια του, όπου κάποια γιαγιά είχε έτοιμη τη μαγειρίτσα. Αν δεν υπήρχε γιαγιά η μαγειρίτσα τοιμαζόταν από το βράδυ.

Ανήμερα της Ανάστασης οι άντρες κυρίως φρόντιζαν το πρωί για τα ζωντανά και στη συνέχεια πήγαιναν στο καφενείο για καφέ, κανά τσίπουρο και κουβέντα με τους φίλους τους. Οι γυναίκες μαγείρευαν το κατσικάκι στην κατσαρόλα, σπάνια στο φούρνο και ποτέ εκείνα τα χρόνια σούβλα ή κοκορέτσι. Το μεσημέρι της Κυριακής, γύρω στις 1 με 2, ο παπάς χτυπούσε την καμπάνα για την ακολουθία της αγάπης. Την παρακολουθούσαν σχεδόν όλοι, εκτός από τους λυπημένους. Όταν σχόλαγε η εκκλησία άρχιζε το γλέντι στο προαύλιο της κάτω εκκλησιάς, που κρατούσε μέχρι αργά το βράδυ. Πολλές φορές συνεχιζόταν και την επομένη, κυρίως αν συνέπιπτε να είναι του Αγίου Γεωργίου.

Μετά τον εορτασμό του Πάσχα ο κόσμος γύρναγε στις δουλειές του και περίμενε την Παρασκευή, που ήταν μεγάλη γιορτή για το χωριό, γιατί γιόρταζε η Ζωοδόχος Πηγή, που ήταν μέχρι το 1964 η μητρόπολη του χωριού. Δυο φορές θυμάμαι που είχε έρθει και ο Μητροπολίτης από τη Δημητσάνα. Πάλι χορούς και πανηγύρια την ημέρα αυτή, τις ποιο πολλές φορές με όργανα (κλαρίνο κλπ). Πολλοί την ημέρα αυτή έσφαζαν και δεύτερο κατσικάκι και τη θεωρούσαν μεγαλύτερη γιορτή από το Πάσχα.

Την Κυριακή του Θωμά γινόταν πάλι θεία λειτουργία και από τη Δευτέρα το χωριό έμπαινε στον κανονικό του ρυθμό. Τα παιδιά στο σχολείο, οι μαστόροι έφευγαν για το ανοιξιάτικο ταξίδι (γυρνούσαν περί τις 10-12 Ιουνίου για το θέρο) και οι γυναίκες-ηρωίδες πίσω, να φέρουν βόλτα όχι μόνο τις δουλειές του σπιτιού αλλά και όλες τις έξω δουλειές με τα ζωντανά, τα χωράφια, τους κήπους κλπ.

 


Εικόνες από το χωριό

 

Newsflash - Ξέρετε ότι...

Η διάνοιξη του δρόμου από τον Αγιώργη το Σαρά μέχρι το χωριό, μήκους 12 χιλιομέτρων έγινε το 1950. Οι Σερβαίοι διέθεσαν τις μερίδες τους από τη βοήθεια της UNRA που πουλήθηκαν για να συγκεντρωθούν χρήματα για την μπολντόζα. Επίσης δούλεψαν προσωπική εργασία όλοι οι ενήλικες του χωριού. Οι Αραπαίοι, επειδή είχαν να περπατήσουν μια ώρα παραπάνω από τους Σερβαίους, για να φθάσουν από το σπίτι τους στο έργο και μία να γυρίσουν, κοιμόσαντε το βράδυ εκεί που δούλευαν.