Leoforio_KTELjpg[1]
    Το πρώτο λεωφορείο στο χωριό.

Όταν άνοιξε ο δρόμος από τον Αγιώρη-Σαρά και άρχισαν να κυκλοφορούν αυτοκίνητα στο χωριό, επόμενο ήταν να αυξηθεί και η εμπορική κίνηση. Οι άνθρωποι σταμάτησαν πλέον να πηγαίνουν για ψώνια στα Λαγκάδια, στη συχνότητα που πήγαιναν πριν, και οι έμποροι του χωριού έφερναν σχεδόν από όλα, όσα χρειαζόταν μια οικογένεια στο χωριό.

Μέχρι πεπόνια και καρπούζια έφερναν το καλοκαίρι και λεμονοπορτόκαλα το χειμώνα. Μεγάλη κίνηση υπήρχε στο αλεύρι, γιατί η παραγωγή στο χωριό σιτηρών δεν ήταν επαρκής. Ακόμη πολλά γειτονικά χωριά (Λυκούρεση, Ψάρι και λιγότερο το Παλούμπα, Σαρακίνι, Λυσσαρέα, Κοκκινοράχη και Αετοράχη) προμηθεύονταν διάφορα είδη από το χωριό μας.

Μετά το 1950 λειτούργησαν στο χωριό αρκετά μαγαζιά. Θα περιγράψουμε ότι  θυμόμαστε και ότι έχουμε ακούσει. Ασφαλώς υπάρχουν και κάποια στοιχεία  που δεν γνωρίζουμε, ίσως και κάποια να μην είναι ακριβώς όπως τα λέμε. Θα αρχίσουμε την περιγραφή από την ανατολική άκρη του χωριού (Ζαχαρού) και θα φτάσουμε μέχρι το επάνω χωριό, που ήταν το μαγαζί του Νίκου Δάρα.

1) Στο υπόγειο του σπιτιού του Πανάγου Ρουσιά (βρίσκεται στο επίπεδο του δρόμου) άνοιξε μαγαζί ο Νίκος Λιατσόπουλος μαζί με το Μαρίνη Δημόπουλο (του Αλέξη) με γυαλικά στην αρχή και στη συνέχεια τρόφιμα, αλεύρια κλπ. Μετά χώρισαν και  ο Νίκος μεταφέρθηκε στο δικό του μαγαζί, που αγόρασε από τον Κανδηλώρο και βρίσκεται δίπλα από το σπίτι κληρονόμων Χρήστου Δάρα

Optimized.Magazi_g_Liatsopoulou
Το μαγαζί του Γ. Λιατσόπουλου.

Το μαγαζί αυτό συνεχίζει να λειτουργεί και σήμερα ο γιος του Γιώργος, ως γενικό εμπόριο. Μετά το Ν. Λιατσόπουλο το μαγαζί του Π. Ρουσιά το λειτουργεί μέχρι σήμερα ο γιος του  Μήτσιος, ως παντοπωλείο. (Παλιότερα ήταν και κρεοπωλείο).

Στο χώρο αυτό, πριν ακόμη γίνει μαγαζί, κάποια περίοδο έφτιαχναν σαμάρια ο Πανάγος ο Στρίκος (Σιοκλοπανάγος) ή ο Γιάννης του Χαρλάμπη Στρίκου. Αυτοί συνήθως έφτιαχναν τα σαμάρια στις αυλές των σπιτιών τους ή στην αυλή του "πελάτη".

 

2) Συνέχεια στο μαγαζί του Ρουσιά είναι το υπόγειο του σπιτιού του Ηλία Βέργου, που λειτούργησε κάποια περίοδο ως ταβέρνα από τον ίδιο και τον Παναγή Μαραγκό.

(Στο μαγαζί αυτό το χειμώνα του 1946 έφτιαξαν την καμπάνα της Ζωοδόχου Πηγής, που είχε σπάσει από τον πάγο. Θυμάμαι που  έσπαγαν την καμπάνα και που γύριζαν μέσα στο χωριό να μαζέψουν ότι άχριστα χαλκόματα είχε ο καθένας για να τα λυώσουν μαζί με την παλιά καμπάνα. Είχαν κρεμάσει την καινούρια καμπάνα μέσα εκεί και τη χτυπούσαν να ακούσουν τον ήχο της. Όμως ο ήχος δεν ήταν ικανοποιητικός και την ξανάσπασαν, μάζεψαν και άλλα σιδερικά και την ξανάφτιαξαν και είναι η σημερινή καμπάνα).

3) Ταβέρνα (και κρεοπωλείο) Ιωάννη Μπόρα (Μπορόγιαννη).  Τη λειτούργησε στο υπόγειο του σπιτιού του, μέχρι τα βαθιά του γεράματα.

4) Απέναντι από την ταβέρνα του Μπορόγιαννη και στο επίπεδο του δρόμου, ήταν το μεσαίο διαμέρισμα του σπιτιού του Μαρίνη Δημόπουλου  που το λειτούργησε στις αρχές του 1951 ως μπακάλικο και μετά το 1963 ως πλεκτήριο. Στο χώρο αυτό (στο υπόστεγο πριν την είσοδο) κάποια περίοδο δούλευε ο Τάκης Καλιανιώτης, γαμπρός του Θανάση  Βέργου από τη Λακωνία, τσαγκάρης.

spiti_koutsou
Στο επίπεδο του δρόμου φαίνονται οι 4 πόρτες των 2 μαγαζιών του Β. Μπόρα. Στη συνέχεια φαίνεται η πόρτα και το παράθυρο του μαγαζιού του Μπορόγιαννη.

5) Μαγαζί Βασίλη Μπόρα (Κουτσού). Ήταν στο υπόγειο του σπιτιού του και λειτουργούσε ως καφενείο και κρεοπωλείο μέχρι το 1954. Μετά εξελίχθηκε σε γενικό εμπόριο και πουλούσε επί πλέον αλεύρι, τρόφιμα, υφάσματα, γυαλικά, ξύλα, τσιμέντα κλπ.

Από την περίοδο αυτή εργαζόταν στο μαγαζί και ο Αθανάσιος Μπόρας (ανιψιός του Β. Μπόρα), μέχρι το 1964 που αναχώρησε για την Αθήνα. Μετά το θάνατο του Κουτσού το 1966  το μαγαζί αυτό το λειτούργησε για κάποια χρόνια ως παντοπωλείο (μικρό) ο Παναγής Μαραγκός.

 

6) Το μαγαζί του Δημητρίου Κερμπεσιώτη (Τσαγκαράκου). Λειτουργούσε στο υπόγειο του σπιτιού, που σήμερα είναι κατοικία του Πάνου Κουτσανδριά. Ήταν κυρίως τσαγκάρικο, πουλούσε όμως και λίγα ποτά και κάποιες φορές και κρασί.

7) Στο υπόγειο του σπιτιού του Πανάγου Σχίζα (Παναγά), κάτω από την κατοικία σήμερα του Βασίλη Κ. Σχίζα, άνοιξε το 1950 μαγαζί ο Μήτσιος Βέργος, που μέχρι τότε ήταν μικροπωλητής- γυρολόγος με μουλάρι, στα χωριά. Πουλούσε στην αρχή υφάσματα και στη συνέχεια τρόφιμα, αλεύρι, διάφορα είδη οικιακής χρήσεως και αργότερα πρόσθεσε ραδιόφωνα, ραπτομηχανές κλπ.

Bergos_D
25-3-1966: Ο Μήτσιο-Βέργος με τη γυναίκα του και τα εγγόνια του Δημήτρη και Γεωργία, μπροστά από την είσοδο του μαγαζιού, στο υπόγειο του σπιτιού του Χ. Δάρα.

 

Optimized.Magazi_G_Dara
Η είσοδος και τα παράθυρα του μαγαζιού, κληρονόμων Χ. Δάρα.

Το 1953 μεταφέρθηκε στο υπόγειο του σπιτιού του Χρήστου Δάρα, σταμάτησε το γιο του Γιώργο από το σχολείο και τον πήρε στο μαγαζί. Εκεί έμεινε μέχρι το 1967, οπότε μετανάστευσε στην Αθήνα και άνοιξε μαγαζί στο Ζωγράφου. Ο Γιώργος ασχολήθηκε επί πλέον με πλεκτά και φωτογραφίες επαγγελματικά από το 1961 μέχρι το 1966, που έφυγε για την Αθήνα.

Τα τελευταία χρόνια στο υπόγειο αυτό λειτουργεί ο Γεώργιος Χ. Δάρας ως ταβέρνα κυρίως τα βράδια του καλοκαιριού. Από όσα έχω ακούσει, το υπόγειο αυτό πρέπει να ήταν από τα  πρώτα μαγαζιά που άνοιξαν στο χωριό, στις αρχές του 20ου αιώνα. Το άνοιξε ο Κανδηλώρος (ήταν από κάποιο χωριό της Ηραίας; από τη Δημητσάνα;) και στην αρχή έφτιαχνε ράσα. Αργότερα πουλούσε διάφορα.

Ο Κανδηλώρος ήρθε στο χωριό σόγαμπρος (παντρεύτηκε μια Μποροπούλα, από το σόι του Νούση). Ο πεθερός του ήταν ευκατάστατος τσοπάνος (το σπίτι του ήταν αυτό που σήμερα έχει ο Πάνος Κουτσανδριάς), τον βοήθησε και έφτιαξε αυτό το εξαιρετικό σπίτι που αγόρασε αργότερα ο Χ. Δάρας.

 

 

8) Μπακάλικο Ιωάννη Σχίζα. Αυτό πρέπει να ήταν το πρώτο μαγαζί που άνοιξε ο πατέρας του Γ. Σχίζα (Σγούλια) στο χωριό  μαζί με τον αδερφό της γυναίκας του (Παναγιώτη Παπανικολάου), στο ισόγειο του σπιτιού τους. Από το μπακάλικο κόλλησε και το παρατσούκλι στη μάνα του Σγούλια  "Μπακολογιαννού". Το 1918 πέθανε από την επιδημία ασιατικής  γρίππης εκείνης της εποχής ο Ι. Σχίζας και το μαγαζί το άνοιξε ο Ν. Παπανικολάου.  Στη συνέχεια ο Παπανικολάου μετέφερε το μαγαζί του στο ισόγειο του σπιτιού του Φώτη Σχίζα ή στου Χρήστου Δάρα και εκεί εκεί έκανε τσαγκαράδικο ο Σγούλιας. Αργότερα το μαγαζί αυτό έγινε καφενείο και πρακτορείο του ΟΤΕ, που το λειτουργούσε ο Παναγής Παναγόπουλος και στη συνέχεια ο πατέρας του Ιωάννης Παναγόπουλος (Πανταλέχος). Στη συνέχεια το δούλεψε κάποια περίοδο ως καφενείο και ο Γιαννάκος Τρουπής (Καλπακίδης).

 

Optimized.Magazi_I_Rousia
Το μαγαζί (καφενείο και ταβέρνα) του Ι. Ρουσιά.

9) Καφενείο Μαρίνη Ρουσιά. Βρίσκεται στον πάνω όροφο του σπιτιού του, στο επίπεδο του δρόμου που βρίσκεται η κεντρική πλατεία του χωριού και λειτούργησε στην αρχή ως καφενείο. Αργότερα  λειτούργησε και ως ξενοδοχείο, αφού στο πίσω μέρος υπήρχαν δωμάτια που έμεναν οι οδηγοί των λεωφορείων, όταν αυτά διανυκτέρευαν στο χωριό.

Συγχρόνως με το Μαρίνη ασχολήθηκε και ο γιος του Γιάννης με το μαγαζί, έκανε προέκταση και το λειτουργεί μέχρι σήμερα ως καφενείο και ταβέρνα, όλο το χρόνο. Έχει άνετους χώρους και εξυπηρετεί απόλυτα τις ανάγκες των πατριωτών, κυρίως το καλοκαίρι που στο χωριό συγκεντρώνεται αρκετός κόσμος, αλλά και όλο το χρόνο κυρίως σε κοινωνικές εκδηλώσεις.

 

 

 

Bergou_spiti10) Απέναντι από το μαγαζί του Μ. Ρουσιά, υπήρχε ένα διόροφο σπίτι (φωτογραφία) ιδιοκτησίας Ν. Ηλ. Σχίζα. Στο υπόγειο του σπιτιού αυτού, το οποίο το 1990 κατεδαφίστηκε και σήμερα στην ίδια θέση βρίσκεται το σπίτι ιδιοκτησίας Γεωργίου και Κατερίνας Βέργου, υπήρχε το σιδηρουργείο του Νικολάου Ηλ. Σχίζα, το οποίο λειτούργησε από το 1948 μέχρι το 1957, που η οικογένεια έφυγε για τα Λαστέϊκα.  Για 2 - 3 χρόνια ακόμη το σιδηρουργείο το λειτούργησε ο Γιώργης Μπουρνάς.

 

11)  Καφενείο Βασιλέιου Μαραγκού, στο υπόγειο του σπιτιού του, από το 1952-1965.

  

paradosiaka_spitia
Δίπλα από την καμάρα φαίνονται οι 2 είσοδοι του μαγαζιού σήμερα Ν. Θ. Τρουπή. Πάρα δίπλα φαίνεται η είσοδος του μαγαζιού σήμερα Γ. Χ. Δάρα.

12) Μαγαζί Θεοδώρου Τρουπή (Αλούπη).

Ήταν στο υπόγειο του σπιτιού του, που είναι στην κεντρική πλατεία του χωριού. στο επίπεδο του δρόμου. Λειτούργησε ως τσαγκαράδικο, κρεοπωλείο και ταβέρνα. Από το 1956 λειτουργούσε και ως πρακτορείο του ΚΤΕΛ, αφού εκεί συγκεντρώνονταν οι πατριώτες που θα έπαιρναν το πρωί το λεωφορείο  και επί πλέον εκεί έρχονταν και  οι εφημερίδες. Το μαγαζί αυτό ποτέ δεν έκλεισε και σήμερα το κρατάει  ανοιχτό  ο γιος του Θ. Τρουπή, Νίκος και το λειτουργεί ως ταβέρνα και καφενείο, εκτός από 1-2 μήνες τον χειμώνα. Ας σημειωθεί ότι αυτό είναι το μακροβιότερο μαγαζί του χωριού, αφού λειτουργεί σχεδόν συνεχώς από το 1928.

 

 

Optimized.Magazi_Ranagouli
Το οίκημα κληρονόμων Ν. Σχίζα, που επί πολλά χρόνια λειτούργησε ως καφενείο.

 13) Το καφενείο του Παναγούλη Σχίζα (Μητσιαινούλας). Ήταν απέναντι από το μαγαζί του Θ. Τρουπή και σήμερα ανήκει στους κληρονόμους Νίκου Θ. Σχίζα (Ντρόλα). Το καφενείο αυτό το λειτούργησε μετά τον Παναγούλη (και τη σύζυγό του  Καλλιόπη) ο Διονύσης Ι. Βέργος που αγόρασε το οίκημα. Επίσης κάποια περίοδο το λειτούργησε ως καφενείο και ο Παρασκευάς Λιατσόπουλος. Πρώτος πάντως που άνοιξε μαγαζί στο χώρο αυτό ήταν ο Σαμαρολιάς ,που αργότερα μεταφέρθηκε στο υπόγειο του σπιτιού του Παπαθωμόπουλου.

 

14) Γενικό Εμπόριο Αθανασίου και Γεωργίου Παναγόπουλου. Το μαγαζί τους ήταν συνέχεια του καφενείου του Παναγούλη. Παλαιό μαγαζί που άνοιξε το 1927, από τα μεγαλύτερα της περιοχής. Στην αρχή πουλούσε υφάσματα και αργότερα πρόσθεσε και πολλά άλλα είδη οικιακής χρήσεως κλπ. Λειτούργησε μέχρι το 1953 που η οικογένεια έφυγε για την Αθήνα. Στη συνέχεια το λειτούργησε για κάποια χρόνια ο Χρήστος Κωνσταντόπουλος, ως παντοπωλείο.

Optimized.Magazi_I_Maragou
Το καφενείο Ι. Μαραγκού, με τη φάτσα χτισμένη με αγκωνάρια από την Φραζινέττα, την περιοχή ¨μισελίμη".

 

15) Καφενείο Ιωάννη Ν. Μαραγκού. Ήταν στον επάνω όροφο του σπιτιού του, στο επίπεδο του δρόμου, δίπλα από το μαγαζί των Παναγοπουλαίων. Άνοιξε περί το 1954, όταν χτίστηκε το σπίτι και λειτούργησε περίπου επί μία δεκαετία. Στη συνέχεια για κάποια χρόνια το λειτούργησε ως καφενείο ο αδερφός του Βασίλης Μαραγκός, αφού ο ίδιος αναχώρησε οικογενειακώς για Αθήνα.

Ο Βασίλης πριν είχε καφενείο στο υπόγειο του δικού του σπιτιού, πάνω από την πλατεία του χωριού, απέναντι από το σπίτι του Θ. Τρουπή.

 

 

 16) Κουρείο Δημητρίου Μπόρα (Πλημμύρα). Λειτούργησε ως κουρείο στο υπόγειο του σπιτιού του (απέναντι από την εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου) μέχρι το 1954. Στη συνέχεια το σπίτι κατεδαφίστηκε λόγω ζημιών από το σεισμό. Πριν από τον Αλβανικό πόλεμο, εκεί είχε βαρελοποιείο (την ημέρα) και ταβέρνα (ο βράδυ) ο Γιάννης Μαραγκός, με σημαντική  κίνηση. Στο μαγαζί αυτό πρώτος άνοιξε μπακάλικο (γύρω στο 1920) ο Μαρίνης ο Γκούτης, μέχρι που έφυγε για την Αθήνα.

 

17) Ραφείο Μήτσιου Παπανικολάου. Στο υπόγειο του σπιτιού, κατοικίας σήμερα Τάκη Ευθ. Δημητρόπουλου. Ο Μήτσιος ήταν γαμπρός του Θύμιου Δημητρόπουλου.

 

18) Ταβέρνα Κωστάκη Παπαθωμόπουλου. Τη λειτούργησε ο Κωστάκης με τον πατέρα του την περίοδο 1946-1948., στο υπόγειο του σπιτιού τους.

19) Τσαγκαράδικο Χρήστου Παπαγεωργίου. Λειτούργησε  στο υπόγειο και το ισόγειο του μαγαζιού του. Κάποια περίοδο λειτούργησε και ως κρεοπωλείο-ταβέρνα. Εκεί ήταν και η έδρα του Κοινοτικού Γραφείου, γιατί ο μπάρμπα-Χρήστος ήταν και γραμματέας της Κοινότητας.

20) Σαγματοποιείο, Μπακα΄λικο Ηλία Παρασκευόπουλου (Σαμαρολιά). Ήταν στο υπόγειο οικίας Παπαθωμόπουλου (Εικοσιμία). Στην αρχή ήταν σαγματοποιείο και αργότερα μετατράπηκε και σε μπακάλικο. Λειτουργούσε πάντως κατά διαστήματα, γιατί ο μπαρμπα-Λιάς είχε μαγαζί και στου Κουκλαμά.

21) Παντοπωλείο Νίκου Δάρα. Στο υπόγειο του σπιτιού του με όλα σχεδόν τα είδη διατροφής, εξυπηρετούσε περισσότερο τους πανωμαχαλίτες.

 

  22) Εκτός από τα παραπάνω μαγαζιά του χωριού, η Ρήνα του Αλούπη (σύζυγος Δ. Κωνσταντόπουλου) και η Μαρία του Μήτσιου Βέργου (σύζυγος Γ. Μαραγκού) έφτιαχναν για μία περίοδο πλεχτά στα σπίτια τους (με χειροκίνητες πλεκτομηχανές), που τα διέθεταν εκτός από το χωριό και σε διπλανά χωριά. Η Ρήνα για καμιά δεκαριά χρόνια και η Μαρία για ένα χρόνο.

(Κρασί και μεζεδάκι είχαν τα περισσότερα μαγαζιά του χωριού).

 

Γεώργιος Δ. Βέργος,  Ιωάννης Ν. Μαραγκός.
.
 

Εικόνες από το χωριό

 

Newsflash - Ξέρετε ότι...

Τον Φεβρουάριο 1956 έριξε τόσο χιόνι που έκλεισε ο δρόμος και το χωριό αποκλείσθηκε από το υπόλοιπο κόσμο για εβδομάδες. Οι «σάκκινες» με το αλεύρι στα μαγαζιά τελείωσαν και ο κόσμος άρχισε να μην έχει ψωμί. Ο τότε πρόεδρος της Κοινότητας Γιώργης Δάρας (Γιώκο-Ντάρας) τηλεφώνησε στο Νομάρχη και του είπε «πεθαίνουμε απαξάπαντες. Ανάγκη να μας στείλετε κατεπειγόντως άλευρα. Μη βραδύνετε». Η νομαρχία ανταποκρίθηκε και την άλλη ημέρα ήρθε ένα ντακότα και έριξε αλεύρι και σιτάρι στα χωράφια, στην απάνω μεριά του χωριού, από τη Ζευγολατίτσα μέχρι το σπίτι του Γιωργιού.