(Από σημειώσεις του αείμνηστου γιατρού Ι. Δημόπουλου. Δημοσιεύθηκε στο 95ο φ. του Αρτοζήνου).
Περνώντας ο δάσκαλος για να πάει να κτυπήσει την καμπάνα της Εκκλησίας για να πάμε στό σχολειό, καλημέριζε όλους, μικρούς και μεγάλους και μια μέρα είπε στην μάνα μου.
"Άκουσε Γιάννη, σε σένα έχω εμπιστοσύνη, κοίταξε καλά, ποιο παιδί -μαθητής- της γειτονιάς σου από τη Ράχη και πέρα δεν κάθεται φρόνιμα ή δεν διαβάζει ή πετάει πέτρες κ.λ.π. και αύριο ή μεθαύριο το πρωί, μου το λες σε μένα μόνο. Τ' ακούς;"
Γελαστός και χαρούμενος εγώ έφυγα. Την άλλη μέρα του λέγω. Ο τάδε έκαμε αυτά, Ο τάδε εκείνο κ.λ.π. Απάντηση του:
"Καλά όλ' αυτά ρε Γιάννη, αμ' εσύ που πήγες και χάλασες τη φωλιά επάνω από το βράχο, γιατί το έκανες;"
Κόκαλο εγώ, στήλη άλατος.
"Πήγαινε και πρόσεχε άλλη φορά να είσαι φρόνιμος και να διαβάζεις, τ' ακούς;"